Τετάρτη 1 Δεκεμβρίου 2010

Η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΤΖΑΝΑΚΑΡΗ

ΠΕΡΙΔΙΑΒΑΣΗ ΣΤΗ «ΛΗΣΤΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ» ΤΗΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ
της Κατερίνας Μ. Μάτσου

Το βιβλίο του Βασίλη Τζανακάρη «Τα παλληκάρια τα καλά σύντροφοι τα σκοτώνουν» παρουσιάστηκε το απόγευμα της Πέμπτης 17 Απριλίου 2003 στην αίθουσα του Κοβεντάρειου από το ΙΝ.Β.Α., την πνευματική επιθεώρηση ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ και το Συνεταιριστικό Βιβλιοπωλείο Κοζάνης. Το νέο βιβλίο του Ανατολικομακεδόνα (από τις Σέρρες) συγγραφέα ασχολείται με την ύστατη εποχή της ληστοκρατίας στον Όλυμπο, στα Καμβούνια, στα Χάσια, στην Πίνδο και στο Γράμμο τη δεκαετία 1920-1930, την ίδια εποχή που η Ελλάδα προσπαθούσε με κόπο να συνέλθει από τις σκληρές περιπέτειες των πρώτων χρόνων του 20ου αιώνα.
Το συγγραφέα προλόγισε ο δ/ντης του ΙΝ.Β.Α. και της πνευματικής ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ κος Β.Π. Καραγιάννης, που μίλησε για τον Βασίλη Τζανακάρη και το συγγραφικό του έργο. Ένα έργο που σήμερα περιλαμβάνει 17 βιβλία, 3 εφημερίδες και 28 χρόνια στο τιμόνι του μηνιαίου περιοδικού των Σερρών «Γιατί». Όπως ο κος Καραγιάννης παρατήρησε, μιλώντας για το νέο βιβλίο, αυτό είναι το κορυφαίο έργο του με ένα θέμα που πλέον «έχει περάσει στη χορεία του πρόσφατου νεοελληνικού παρελθόντος που λέγεται ιστορία». Μία ιστορία που μας αφορά άμεσα, καθώς η Δυτ. Μακεδονία ήταν πάντα «ληστογεννήτρα» και «ληστοτρόφος» περιοχή.
Για το βιβλίο και το θέμα της μελέτης του μίλησε ο ιστορικός Θανάσης Καλλιανιώτης, που χαρακτήρισε το νέο βιβλίο του κου Τζανακάρη «μία άριστα λεπτομερής ληστογεωγραφία μέσω της οποίας ο αναγνώστης επισκέπτεται την αιματηρή βία των αρχών της μεσοπολεμικής υπαίθρου». Ο κος Καλλιανιώτης αναφέρθηκε και σε άλλα χαρακτηριστικά βιβλία του ιδίου θέματος και μίλησε για τη ζωή του Φώτη Γιαγκούλα, του ληστή από το Μεταξά, που λίγο πριν τα 20 του χρόνια είχε ήδη διαπράξει οχτώ φόνους και είχε επικηρυχτεί για 100.000 δρχ.
Ο ίδιος ο κος Τζανακάρης ευχαρίστησε την Κοζάνη για την πρόσκληση και μίλησε για το νέο του βιβλίο, που κράτησε, όπως είπε, ως έρευνα 10 χρόνια, γράφτηκε σε 5, ενώ ερευνήθηκαν περί τις 4.000 εφημερίδες. Όπως παρατήρησε το θρύλο γύρω από το όνομα και τη δράση των ληστών, τον δημιούργησαν όχι τόσο τα κατορθώματα τους, όσο οι εφημερίδες της εποχής. Ο ίδιος δεν υπερασπίζεται τη δράση τους, γοητεύτηκε όμως από τη μπέσα και τη λεβεντιά τους, αυτό που ερωτευόταν παράφορα οι γυναίκες. Οι ληστές την εποχή εκείνη αγαπήθηκαν και μισήθηκαν θανάσιμα. «Αναγκάστηκα», είπε ο κος Τζανακάρης, «να «ακολουθήσω» κι εγώ ο ίδιος τους ληστές και πόνεσα πολύ και για τα θύματα, αλλά και για τους θύτες».
Με το τέλος των ομιλιών οι ακροατές είχαν την ευκαιρία να μιλήσουν με το συγγραφέα και να τους υπογράψει τα βιβλία του.

«ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΡΑΦΟΥΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΛΑΙΓΟΝΤΑΣ…»
Λίγο πριν την εκδήλωση το Θ είχε την ευκαιρία να μιλήσει με τον κο Τζανακάρη για το νέο του βιβλίο, που κυκλοφορεί με έναν τίτλο, όπως ο ίδιος παρατήρησε, ποιητικό, αλλά και τραγικά διαχρονικό. Αναφέρεται στο τέλος της ληστοκρατίας, εκατό χρόνια μετά τη γέννηση της, τη δεκαπενταετία 1920-1935, όταν ο δικτάτορας Πάγκαλος επανέφερε σε ισχύ έναν παλιό νόμο, που έλεγε ότι όποιος ληστής κόψει το κεφάλι του συντρόφου του και το παρουσιάσει στην αστυνομία θα πάρει αμνηστία και θα μπορέσει να μπει στη χωροφυλακή. «Και τότε έγινε κυριολεκτικά το σώσε», διευκρινίζει, «προκειμένου ο ένας ληστής να μπορέσει να γλιτώσει από τον άλλον». Η αφορμή για την έρευνα και τη μελέτη αυτής της σχεδόν άγνωστης, ξεχασμένης σήμερα πτυχής της ελληνικής ιστορίας δόθηκε από μία παιδική ανάμνηση. «Κάθε φορά που έγραφα γι’ αυτό το βιβλίο», είπε ο κος Τζανακάρης, «είχα στ’ αυτιά μου την ανάγνωση που μας έκανε ο πατέρας μου στις αρχές της δεκαετίας του ’50 μέσα από εφημερίδες της εποχής, διαβάζοντας μας τις συνέχειες των ληστρικών μυθιστορημάτων». Αυτό το γεγονός ξύπνησε και το πρώτο ενδιαφέρον της μελέτης. «Με ενδιέφεραν και με συγκλόνιζαν δύο πράγματα», διευκρινίζει. «Της μπέσας που είχαν οι ληστές και της λεβεντιάς. Και σήμερα λείπουν και τα δύο από την Ελλάδα». Το βιβλίο είναι ένα χρονικό της ληστοκρατίας, χωρίς όμως να είναι ένα ληστρικό μυθιστόρημα και ταυτόχρονα η ιστορία μιας άλλης Ελλάδας, πολύ κοντινής στο σήμερα, αλλά τελείως άγνωστης. Ίσως γιατί, όπως ο κος Τζανακάρης συνηθίζει να λέει, την ιστορία τη γράφουν οι καθηγητές και όχι οι άνθρωποι. Ο ίδιος δε δέχεται τον τίτλο του ιστορικού, γιατί αυτός γράφει την ιστορία των ανθρώπων, συμπάσχοντας τόσο με τα θύματα, όσο και με τους θύτες. «Θα μπορούσα να πω», σημειώνει, «αυτό που έλεγε πάντα ο αείμνηστος φίλος μου ο συγγραφέας Γιώργος Ιωάννου, ότι πρέπει να διαβάζουμε την ελληνική ιστορία κλαίγοντας. Θα έλεγα λοιπόν ότι είναι τόσα τα πάθη του λαού μας που πρέπει και να τη γράφουμε κλαίγοντας».


- Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα της Κοζάνης ΘΑΡΡΟΣ, 19/4/2003, σελ.8.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου