Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2012

Ο ΚΟΛΟΜΒΟΣ ΔΕΝ ΗΤΑΝ O ΠΡΩΤΟΣ

ΕΝΑ ΑΝΕΞΑΝΤΛΗΤΟ ΠΕΔΙΟ ΓΟΗΤΕΥΤΙΚΩΝ ΕΙΚΑΣΙΩΝ ΚΑΙ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Μετά την ανακάλυψη της Αμερικής και αφού, χάρη κυρίως στο έργο του Αμέρικο Βεσπούτσι, εξακριβώθηκε ότι πρόκειται για Νέο Κόσμο άγνωστο μέχρι τότε, που δε συνδεόταν με τις τρεις γνωστές ηπείρους του Παλιού, οι ιστορικοί άρχισαν να ερευνούν μήπως πριν από τον Κολόμβο είχαν φτάσει στις ακτές της Αμερικής και άλλοι εξερευνητές, ταξιδιώτες ή απλοί ναυαγοί. Η βιβλιογραφία που συγκεντρώθηκε έχει σεβαστόν όγκο και αναφέρεται σε δεκάδες περιπτώσεων, αλλά από όλες τις αναφερόμενες ως προηγηθείσες ανακαλύψεις της Αμερικής, πολύ λίγες αντέχουν στην δοκιμασία και τον έλεγχο.
Όσο γοητευτική κι αν είναι η εκδοχή ότι σε πολύ παλιά χρόνια Αιγύπτιοι με πλοία φτιαγμένα από καλάμια παπύρου έφτασαν στο Γιουκατάν και στο Περού, αυτή Θα πρέπει να αποδειχτεί, όχι με την εκ των υστέρων επανάληψη του υποθετικού αυτού εγχειρήματος, αλλά με αδιάσειστα στοιχεία ή έστω να υποστηριχθεί με πολύ πειστικές ενδείξεις.
Μπορούμε να χωρίσουμε τις πραγματικές ή υποθετικές ανακαλύψεις της Αμερικής πριν από τον Κολόμβο σε τρεις κατηγορίες:
- σ’ αυτές για τις οποίες τα στοιχεία είναι αδιάσειστα, όπου δηλαδή τα ιστορικά, αρχαιολογικά ή άλλα δεδομένα είναι πολύ ισχυρά και αναμφισβήτητα,
- σ’ αυτές για τις οποίες υπάρχουν μόνο σοβαρές ενδείξεις, που επιδέχονται όμως και άλλες ερμηνείες και
- σ’ αυτές που στηρίζονται σε αυθαίρετες υποθέσεις ή σε ανύπαρκτες πηγές.
Από την άλλη πλευρά θα πρέπει να διακρίνουμε τις οργανωμένες εξερευνητικές προσπάθειες, από τις τυχαίες αφίξεις ναυαγών, ψαράδων ή παραπλανημένων ναυτικών από άλλες ηπείρους στην Αμερική, αφίξεις οι οποίες είτε δεν είχαν άλλη συνέχεια και συνέπεια ή είχαν μικρές, περιορισμένες και τοπικής σημασίας επιπτώσεις.
Η αρχαιολογική έρευνα ανακάλυψε σε μια περιοχή της Δημοκρατίας του Ισημερινού, στον κόλπο της Γουαγιακίλ, αγγεία πανομοιότυπα με ανάλογα δείγματα της ιαπωνικής κεραμεικής του Κύου Σου του 3000 π.Χ. ενώ από άλλες αρχαιολογικές έρευνες εξακριβώθηκε ότι οι ινδιάνοι της βορειοδυτικής ακτής είχαν πυκνές και μάλλον συνεχείς επαφές με τους κατοίκους των ακτών της Ανατολικής Σιβηρίας, αλλά οι συνέπειες των επαφών αυτών είχαν μόνο τοπική σημασία.
Δεν υπάρχει εξ άλλου αμφιβολία ότι ακούσιες μεταβάσεις θα έγιναν κι από τις δύο πλευρές της ηπείρου. Πολλά φοινικικά ή ελληνικά πλοία που κατά την αρχαιότητα ανοίχτηκαν στην Έξω Θάλασσα, πέρα από τις Στήλες του Ηρακλή και δε γύρισαν ποτέ πίσω, αν δεν ναυάγησαν θα έφτασαν σε κάποιαν ακτή της Αμερικής και οι επιβάτες τους θα έμειναν για πάντα εκεί. Κατά ανάλογο τρόπο βάσκοι, Ιρλανδοί ή Βρεττόνοι ψαράδες κατά το Μεσαίωνα θα είχαν παρόμοια τύχη. Χωρίς αμφιβολία θα συνέβη και το αντίστροφο, θα υπήρξαν δηλαδή αφίξεις από την Αμερική στην Ευρώπη ή την Αφρική. Δύο τουλάχιστον έχουν καταγραφεί: μια πιρόγα με χαλκόχρωμους ανθρώπους, άγνωστης προέλευσης, που έφτασε, (παρασυρμένη προφανώς από το Γκολφ Στρημ), ως τις ακτές της Γαλατίας κατά το τέλος της ρωμαιοκρατίας και ένα δερμάτινο καγιάκ με δύο εξωτικούς επιβάτες, που έφτασαν κατά τον 6ο αιώνα στην Ιρλανδία. Όλα αυτά τα τυχαία και μεμονωμένα συμβάντα δεν ήταν δυνατό να έχουν καμία συνέπεια.
Μπορούμε λοιπόν με βάση τα προεκτεθέντα, να κατατάξουμε τις προτεινόμενες προγενέστερες ανακαλύψεις της Αμερικής στις εξής κατηγορίες:
α) Οργανωμένες προσπάθειες εξερεύνησης, εμπορίου ή αποικισμού
α1) Εξακριβωμένες: Οι εξερευνήσεις των Βίκιγκς στις ακτές της Γροιλανδίας και της ΒΑ Αμερικής και ο αποικισμός της ΝΑ Γροιλανδίας.
α2) Με ισχυρές ενδείξεις για την πραγματοποίησή τους: Ταξίδια Πορτογάλων και Άγγλων ναυτικών στη Βόρεια Αμερική.
α3) Με ασθενείς ενδείξεις για την πραγματοποίησή τους: Το ταξίδι του Αγίου Μπρένταν.
α4) Απλές υποθέσεις χωρίς απόδειξη:
Ι. Αιγυπτιακή αποστολή στην Κεντρική Αμερική με πλοίο φτιαγμένο από καλάμια παπύρου.
ΙΙ. Κινεζική εξερευνητική αποστολή στην Καλιφορνία.
ΙΙΙ. Εξερευνητική αποστολή Ελλήνων ναυτικών από τη Χίο, πριν από τον Κολόμβο.
 β) Τυχαίες αφίξεις στη Αμερικανική ήπειρο
β1) Εξακριβωμένες ή πολύ πιθανές:
Ι. Ιάπωνες ψαράδες στην Γκουαγιακίλ.
ΙΙ. Ταχτικές ανταλλαγές μεταξύ ναυτικών της Βορειοδυτικής ακτής και των ακτών της Ανατολικής Σιβηρίας.
β2) Με αξιόλογες ενδείξεις: Επαφές των Πολυνησίων με τη Ν. Αμερική.
β3) Πιθανές ή ενδεχόμενες: Ναυάγια φοινίκων και Ελλήνων ναυτικών κατά την αρχαιότητα και βάσκων και Βρεττόνων ψαράδων κατά το μεσαίωνα.
β4) Απλές υποθέσεις, χωρίς απόδειξη:
Ι. Άφιξη κατοίκων της Ατλαντίδας μετά την καταβύθιση της.
ΙΙ. Άφιξη κατοίκων της χαμένης στα νερά του Ειρηνικού ηπείρου Λεμουρία.
ΙΙΙ. Το ταξίδι του Οδυσσέα στην Κεντρική και Βόρεια Αμερική.
IV. Εγκατάσταση στις Αντίλλες επτά Ισπανών επισκόπων που ήθελαν να αποφύγουν τους Άραβες εισβολείς.
Ανεξάρτητα από την απορριπτική γνώμη του συγγραφέα αυτού του κειμένου για τις περισσότερες από τις θεωρίες αυτές, θα ήταν χρήσιμη και ενδεχομένως τερπνή, η σύντομη αναφορά και κριτική τους. Φυσικά κανείς δεν αμφισβητεί σήμερα πως πράγματι ο Κολόμβος δεν ήταν ο πρώτος άνθρωπος από άλλην ήπειρο που πάτησε το πόδι του στην Αμερική. Αυτή η παραδοχή όμως δε μειώνει ούτε στο ελάχιστο τη δόξα που του ανήκει ούτε νομιμοποιεί όλες τις υποθέσεις και κυρίως δεν πρέπει να αφήνει ελεύθερο πεδίο στη διατύπωση κάθε είδους παραλογισμών.
Εμείς οι Έλληνες είμαστε συχνά ευάλωτοι σε παρόμοιους πειρασμούς, ιδιαίτερα στους χαλεπούς καιρούς που περνάμε, όταν η περιλάλητη δόξα των προγόνων αντί να γίνει κίνητρο για περισσότερη δουλειά και προκοπή, γίνεται επίκληση για παροχές και διευκολύνσεις. Πιστεύω όμως πως κι αν ακόμα ήταν δυνατό να διαπιστωθεί ότι ο Οδυσσέας πήγε στην Αμερική ή ότι Χιώτες ναυτικοί προηγήθηκαν του Κολόμβου, αυτό δε θα πρόσθετε τίποτα υπέρ ημών. Ίσως μάλιστα να έκανε πιο δύσκολη τη θέση μας.

ΘΕΩΡΙΕΣ ΚΑΙ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ, ΓΟΗΤΕΥΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΗ

Ο θρύλος της Ατλαντίδας
Από τότε που ο Πλάτωνας έγραψε τον Τίμαιο και τον Κριτία, την ανθρώπινη σκέψη την απασχολεί ο μύθος της Ατλαντίδας. Σύμφωνα με τα γραφόμενα του Πλάτωνα, οι ιερείς ενός ναού στην αιγυπτιακή πόλη Σάϊδα διηγήθηκαν στο Σόλωνα ότι πέρα από τις Στήλες, στον Ατλαντικό Ωκεανό υπήρχε μια εκτεταμένη μεγαλόνησος ή ήπειρος, η Ατλαντίδα, «μεγαλύτερη από τη Λιβύη και την Ασία μαζί», οι κάτοικοι της οποίας 9000 χρόνια πριν από την εποχή του Σόλωνα επιχείρησαν να κατακτήσουν ολόκληρον τον κόσμο αλλά αποκρούστηκαν από τους τότε Αθηναίους. Η Ατλαντίδα τελικά καταποντίστηκε στα νερά του ωκεανού, που στο σημείο αυτό δεν είναι πια πλωτός.
Από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας πολλοί γοητεύτηκαν από τις προοπτικές ανατροπής πολλών ιστορικών δεδομένων, που θα προκαλούσε η επαλήθευσή του μύθου της Ατλαντίδας, άλλοι όμως, λογικότεροι, απέρριψαν μια τέτοιαν εκδοχή και κράτησαν μόνο τον γοητευτικό μύθο. O επιφανέστερος μαθητής του Πλάτωνα, ο Αριστοτέλης, τον αντιμετωπίζει σα μύθο. «Όπως τη δημιούργησε έτσι και την κατέστρεψε, (ο Πλάτωνας την Ατλαντίδα)», γράφει σχολιάζοντας το απότομο τέλος της σχετικής διήγησης στον Κριτία.
Νεότεροι ερευνητές, (Μαρινάτος, Γαλανόπουλος), δέχονται την αλήθεια της πλατωνικής διήγησης, τοποθετούν όμως την Ατλαντίδα στο Αιγαίο και ειδικότερα στη Θήρα, υποστηρίζοντας ότι όλοι οι, υπερβολικοί, αριθμοί, που δίνει ο Πλάτωνας για την αρχαιότητα, την απόσταση, το μέγεθος, το στρατό και το στόλο της Ατλαντίδας οφείλονται σε λανθασμένη μεταγραφή των αιγυπτιακών αριθμητικών ψηφίων σε ελληνικά και πρέπει να διαιρεθούν δια του δέκα. Έτσι η ηλικία των 9000 χρόνων πριν από το Σόλωνα γίνεται 900, (γύρω στο 1500 π.Χ.), η απόσταση των 5000 χιλιομέτρων από την Αίγυπτο γίνεται 500, (δηλαδή ως στις Κυκλάδες) και η διάμετρος των 300 χιλιομέτρων για το κεντρική περιοχή της Ατλαντίδας γίνεται μόνο 30, όση η αρχική διάμετρος της Θήρας, όταν πριν ανατιναχθεί στον αέρα από την έκρηξη του ηφαιστείου της, ονομαζόταν ακόμα Στρογγύλη.
Εφόσον με αρχαιολογικές, γεωφυσικές ή άλλες έρευνες επαληθευθεί η υπόθεση Μαρινάτου-Γαλανόπουλου, το πρόβλημα της Ατλαντίδας θα λυθεί με τον ευλογοφανέστερο και ικανοποιητικότερο τρόπο.

Ο μύθος της Λεμουρίας
Τα γιγάντια αγάλματα που υπάρχουν στη νήσο του Πάσχα, την προέλευση των οποίων δεν έχουν ακόμα ερμηνεύσει ικανοποιητικά οι ιστορικοί και οι αρχαιολόγοι, σε συνδυασμό με την ύπαρξη ομοιόμορφου πολιτισμού στο μεγαλύτερο μέρος του Ειρηνικού Ωκεανού, έδωσαν την αφορμή να δημιουργηθεί ο μύθος της Λεμουρίας, μιας εκτεταμένης ηπείρου, που υποτίθεται ότι καταβυθίστηκε στα νερά του σε απροσδιόριστο χρόνο.
Ο μύθος της Λεμουρίας παρουσιάζει ακόμα μεγαλύτερες αδυναμίες από εκείνον της Ατλαντίδας. Εν πρώτοις απουσιάζει η γοητευτική αφήγηση του Πλάτωνα, που θα συγχωρούσε πολλές ανοχές και στον πιο δύσπιστο κριτή. Εξ άλλου τα γεωλογικά δεδομένα είναι ακόμη πιο αρνητικά στην περίπτωση της Λεμουρίας από ότι στην περίπτωση της Ατλαντίδας. Το κυριότερο όμως επιχείρημα, που ανατρέπει όλη την υπόθεση είναι όπως έχει εξακριβωθεί από αρχαιολόγους, εθνολόγους και ιστορικούς, μεταξύ 500 π.Χ. και 1000 μ.Χ. μετανάστες από τη νοτιοανατολική Ασία, οι Πολυνήσιοι απλώθηκαν σ’ ολόκληρο τον Ειρηνικό από τη Χαβάη ως τη νήσο του Πάσχα και τη Νέα Ζηλανδία, δημιουργώντας ομοιόμορφο νεολιθικό πολιτισμό, που στην ακμή του γνώριζε τη γραφή και την τεχνική των μεγαλιθικών μνημείων και ενδεχομένως είχε κάποιες πολιτιστικές επαφές με τη Νότια Αμερική.

Το ταξίδι του Οδυσσέα στη Β. Αμερική
H Αμερικανίδα δικηγόρος Ενριέττα Μέρτζ, η οποία κατά τη διάρκεια του πολέμου υπηρέτησε στο πολεμικό ναυτικό των Η.Π.Α., στο βιβλίο της με τον ωραίο τίτλο «The dark wine sea» (Ο οίνωψ πόντος), που εκδόθηκε στα 1958, υποστηρίζει ότι ο Οδυσσέας, μετά τους Λωτοφάγους, τους Κύκλωπες, τη νήσο του Αιόλου και τους Λαιστρυγόνες, πέρασε το στενό του Γιβραλτάρ και ύστερα από πολλές περιπέτειες βρέθηκε στην Αμερική. Η Μέρτζ βασιζόμενη σε περικοπές της Οδύσσειας, οι οποίες, κατά την άποψή της, περιγράφουν νησιά του Ατλαντικού και μέρη της Βόρειας Αμερικής, τοποθετεί το νησί της Κίρκης, Αιαία, στη Μαδέρα, τη Σκύλα και τη Χάρυβδη στην είσοδο του κόλπου Φόντυ της Νέας Γης, το νησί της Καλυψώς, Ωγυγία, στις Αζόρες, το νησί των Φαιάκων, Σχερία, στη Φλωρίδα κ.ο.κ.
Και η μεν περιγραφή των τοπίων από τον Όμηρο μπορεί να θυμίζει τα εν λόγω μέρη, όπως ασφαλώς θα μπορούσε κανείς να βρει αξιόλογες ομοιότητες με τοποθεσίες της Παταγονίας ή της Καμτσάτκας, η Μερτζ όμως υποχρεώνει τον ήδη πολύπλαγκτο Οδυσσέα να διανύει με απίστευτη ταχύτητα τις τεράστιες αποστάσεις που χωρίζουν αυτά τα μέρη, τα οποία στη Μεσόγειο είναι σχετικά κοντά το ένα με το άλλο, (π.χ. στην Οδύσσεια η απόσταση από το στενό της Σκύλας και της Χάρυβδης ως την Ωγυγία -δηλαδή κατά την Μερτζ από τη Νέα Γη ως τις Αζόρες- καλύπτεται με ιστιοφόρο σε δέκα μόνο μέρες), να διαπλέει προς όλες τις κατευθύνσεις τον Ατλαντικό, για να συμφωνεί και με τη σειρά που μνημονεύει ο Όμηρος και τελικά βάζει τους Φαίακες ναυτικούς να φέρνουν τον Οδυσσέα εν μια νυκτί από τη Σχερία, (που τη θέλει στη Φλωρίδα), στην Ιθάκη, κατόρθωμα ανέφικτο ακόμα και με αεροπλάνο.
Η θεωρία της Μέρτζ αγνοήθηκε από τους σοβαρούς επιστήμονες σ’ όλον τον κόσμο και στην Ελλάδα. Όταν η ίδια επισκέφθηκε τη χώρα μας, επί δικτατορίας, οι μόνοι που ενστερνίστηκαν τις απόψεις της ήταν ο τότε δικτάτορας Γεώργιος Παπαδόπουλος και ο εκδότης Ιωάννης Δ. Πασσάς, που με κανένα τρόπο δε μπορούν να θεωρηθούν αυθεντίες στα θέματα αυτά.

Το ταξίδι του «Ρα» από την Αίγυπτο στις Αντίλλες
Ο Νορβηγός εθνολόγος και αρχαιολόγος Θωρ Χάγιερνταλ έγινε διάσημος με τον περίφημο διάπλου του Ειρηνικού πάνω στη σχεδία «Κον Τίκι», από τις ακτές του Περού ως την Ανατολική Πολυνησία, στα τέλη της δεκαετίας του 40. Με το εγχείρημά του αυτό ο Χάγιερνταλ θέλησε να επαληθεύσει τη θεωρία του ότι ο πολιτισμός της Πολυνησίας και ειδικότερα ο πολιτισμός της Νήσου του Πάσχα, προέρχεται από την προκολομβιανή Αμερική και συγκεκριμένα από τους ανδικούς πολιτισμούς.
Παρά το γεγονός ότι το «Κον Τίκι» έφτασε τελικά στον προορισμό του, οι ιστορικοί δε δέχονται ότι μ’ αυτό επαληθεύεται η θεωρία του Χάγερνταλ. Εκτός των άλλων επιχειρημάτων επισημαίνουν το γεγονός ότι το «Κον Τίκι» χρειάστηκε να ρυμουλκηθεί σε μεγάλη απόσταση από περουβιανό πλοίο, ώσπου να συναντήσει το ρεύμα του Χούμπολτ, που το έφερε στην Πολυνησία. Αυτό σημαίνει πως οι σχεδίες των περουβιανών δεν ήταν δυνατό να απομακρυνθούν από τις ακτές, αλλά κι αν το κατόρθωναν δε θα μπορούσαν ποτέ να γυρίσουν πίσω.
Ο Χάγιερνταλ πάντως χωρίς να αποθαρρυνθεί από την παγερή υποδοχή που επεφύλαξε το σύνολο σχεδόν των επιστημόνων στην αμφιλεγόμενη επιτυχία του «Κον Τίκι», επιχείρησε και πέτυχε στη δεκαετία του 70 να διαπλεύσει τον Ατλαντικό με το σκάφος «Ρα», φτιαγμένο από δέσμες καλαμιών παπύρου, όπως έφτιαχναν τις βάρκες τους οι αρχαίοι Αιγύπτιοι αλλά και οι (πολύ μεταγενέστεροι τους) Αϋμαρά της λίμνης Τιτικάκα. Αυτή τη φορά ο Χάγιερνταλ θέλησε να αποδείξει πως οι ανδικοί πολιτισμοί κατάγονται από την αρχαία Αίγυπτο και σ’ αυτό οφείλονται οι πυραμίδες του Κούσκο, τα καλαμένια σκάφη της λίμνης Τιτικάκα, οι μούμιες των Ίνκας κ.λπ.
Παρά την επιτυχία των δύο εγχειρημάτων του Χάγερνταλ, αυτή δεν προϋποθέτει κατ’ ανάγκη και την επιβεβαίωση των θεωριών του. Αν ένας τολμηρός θαλασσοπόρος διασχίσει με καγιάκ την απόσταση από τη Γροιλανδία ως την Πελοπόννησο, αυτό δε σημαίνει ότι υπήρξαν στο παρελθόν παρόμοια ταξίδια. Ο Χάγιερνταλ παραβλέπει το, αναμφισβήτητο από ιστορικής και αρχαιολογικής σκοπιάς, γεγονός ότι ο αιγυπτιακός πολιτισμός, με τις πυραμίδες και τις μούμιες, είχε σβήσει δυο χιλιάδες χρόνια πριν οι πρώτες κόλουρες πυραμίδες εμφανιστούν στην Αμερική και τέσσερες χιλιάδες χρόνια πριν από την κλασσική εποχή των πολιτισμών των Μάγια και των Ίνκας.

Έλληνες και φοίνικες ναυτικοί στην Αμερική
Οι Έλληνες και οι φοίνικες ναυτικοί της αρχαιότητας ήταν εξοικειωμένοι με τη Μεσόγειο και τις συνδεόμενες μ’ αυτήν εσωτερικές θάλασσες και τα πλοία τους ήταν σε θέση να τις περιπλέουν με ασφάλεια σ’ όλα τα μήκη και πλάτη τους. Αντίθετα δε φαίνεται ότι διαθέταν σκάφη ικανά να αντιμετωπίσουν τα κύματα και τους θυμούς του Ατλαντικού ωκεανού. Παρ’ όλα αυτά επιχειρούσαν κάποτε ταξίδια πέρα από το Στενό του Γιβραλτάρ, που στην αρχαιότητα οι μεν Έλληνες ονόμαζαν Στήλες του Ηρακλή και οι Φοίνικες Στήλες του Μελκάρθ.
Τα γνωστότερα υπερμεσόγεια ταξίδια που κατέγραψε η ιστορία είναι ο περίπλους της Αφρικής από τον Άννωνα τον Καρχηδόνιο και οι εξερευνήσεις του Βισκαϊκού κόλπου και της Βόρειας θάλασσας από τον Πυθέα το Μασσαλιώτη, αλλά οπωσδήποτε θα υπήρξαν πολύ περισσότερα που έμειναν άγνωστα, ιδιαίτερα όταν οι Καρχηδόνιοι, μετά την άλωση και καταστροφή της Ταρτησσού, απόχτησαν τον απόλυτο έλεγχο του Στενού. Δεν μπορούμε λοιπόν να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο πλοία που ξανοίχτηκαν στον Ωκεανό να παρασύρθηκαν μακριά από τις ακτές και τα ρεύματα να τα έφεραν στην Αμερική. Παρόμοιες εξαφανίσεις πλοίων ήταν συχνές κι αυτές γέννησαν το θρύλο για την Ταρτησία Μύραινα, η οποία κατά τις διηγήσεις των αρχαίων Ελλήνων ναυτικών ήταν μια τεράστια σαρκοφάγα σμέρνα, που κατάστρεφε τα πλοία και καταβρόχθιζε τους επιβάτες τους.
Στη ζούγκλα της Βραζιλίας ανακαλύφθηκαν στις αρχές του αιώνα επιγραφές σε βράχους, στις οποίες, παρά τη μεγάλη φθορά που παρουσιάζουν, διάφοροι ευφάνταστοι ερευνητές διάβασαν ελληνικές ή φοινικικές φράσεις, ενώ άλλοι περισσότερο ρεαλιστές τις θεωρούν πορτογαλικές, γραμμένες όμως από αμόρφωτους τυχοδιώκτες και γι’ αυτό πολύ δυσανάγνωστες.

Βάσκοι, Βρεττόνοι και Ουάλλοί ψαράδες στην Αμερική
Ένας Νεοζηλανδός ερευνητής ονόματι Μπάρυ Φελλ ισχυρίστηκε στα τέλη της δεκαετίας του 70 ότι βρήκε στην κοιλάδα Σουσκεχάννα της Πενσυλβάνιας των Η.Π.Α. ίχνη μιας αποικίας βάσκων που έφτασαν ως ναυαγοί στις ανατολικές ακτές της Αμερικής και μη μπορώντας να γυρίσουν πίσω εγκαταστάθηκαν εκεί. Ο Φελλ στηρίζει τη θεωρία του στη μετάφραση που ο ίδιος έκανε των κειμένων πολλών επιγραφών σε πέτρες ή πλάκες, που ανακάλυψε.
Οι επικριτές των ισχυρισμών του Φελλ τονίζουν ότι επιβάλλεται μεγάλη επιφυλακτικότητα στην ανάγνωση παρόμοιων επιγραφών, γιατί κι αν αποκλείσουμε την περίπτωση της απάτης, έχει αποδειχτεί σε πολυάριθμες περιπτώσεις ότι είτε πρόκειται για τυχαία σκαλίσματα του βράχου που προήλθαν από τη διάβρωση, είτε πρόκειται για σχετικά πρόσφατες επιγραφές με ισπανικά, γαλλικά ή αγγλικά κείμενα, που έγιναν ακατανόητα λόγω μεγάλης φθοράς.
Πάντως, όπως και στην προηγούμενη περίπτωση των Ελλήνων και φοινίκων ναυτικών της αρχαιότητας, δεν αποκλείεται κατά τον Μεσαίωνα βάσκοι, βρεττόνοι και Ουαλοί ψαράδες να παρασύρθηκαν από τα θαλάσσια ρεύματα και να έφτασαν ως τις ακτές της Αμερικής, χωρίς το ακούσιο αυτό ταξίδι τους να είχε άλλη συνέπεια ή συνέχεια.

Εφτά Ισπανοί επίσκοποι αποικίζουν τις Αντίλλες
Σύμφωνα με ένα θρύλο πολύ διαδεδομένο στην Ισπανία κατά το Μεσαίωνα, όταν οι Άραβες κατάχτησαν την ιβηρική χερσόνησο εφτά Ισπανοί επίσκοποι μη υποφέροντας το ζυγό των απίστων (που ας σημειωθεί ήταν απολύτως ανεξίθρησκοι και εξαιρετικά πολιτισμένοι) έφυγαν με πλοία προς τη δύση και εγκαταστάθηκαν στο νησί Αντίλια, όπου ίδρυσαν εφτά επισκοπές και προσηλύτισαν στο χριστιανισμό τους κατοίκους της.
Μετά την ανακάλυψη της Αμερικής οι Ισπανοί ερεύνησαν ολόκληρες τις Αντίλλες ζητώντας αποδείξεις για την εγκατάσταση σ’ αυτές χριστιανών προ του Κολόμβου. Δε βρήκαν απολύτως τίποτα. Έτσι αν δεν απορρίψουμε την όλη ιστορία ως φανταστική δεν απομένει παρά να δεχτούμε ότι οι εν λόγω επίσκοποι γοητευμένοι από την παραδείσια ζωή των ιθαγενών στα νησιά αυτά, εγκατέλειψαν το χριστιανισμό και αφομοιώθηκαν με τον ντόπιο πληθυσμό.

Κινεζικές εξερευνητικές αποστολές στην Καλιφόρνια και Μεξικό
Τα κινεζικά χρονικά είναι γεμάτα από αναφορές χερσαίων και θαλασσινών ταξιδιών, κυρίως προς τις θάλασσες και τα νησιά του Νότου και προς το εσωτερικό της Ασίας. Για πολλά από τα ταξίδια αυτά οι πληροφορίες είναι πολύ συνοπτικές και ασαφείς, πράγμα που εν πολλοίς οφείλεται στη συνήθεια των Κινέζων να δίνουν στα μέρη που εξερευνούσαν ονόματα κινεζικά, χωρίς να τα συσχετίζουν με τα ήδη υπάρχοντα, τα οποία συνήθως αγνοούσαν.
Τα ταξίδια και οι εξερευνήσεις που έκαναν οι Κινέζοι, αρχίζουν από τον σχεδόν μυθικό αυτοκράτορα Μου, (1001-945 π.Χ.), που «έφτασε στις τέσσερις εσχατιές του κόσμου». Περίφημα και εξαιρετικά γόνιμα ήταν τα ταξίδια των βουδδιστών προσκυνητών Φα Χσιέν (399 -414 μ.Χ.) και Χσυάν Τσανγκ (629 - 645), στην Κεντρική Ασία, την Ινδία, την Ινδοκίνα και την Ινδονησία.
Στα πλαίσια αυτών των εξερευνήσεων τοποθετούνται δύο εξερευνητικές αποστολές Κινέζων στην Αμερική, η πρώτη γύρω στα 800 π.Χ. και αφορούσε την εξερεύνηση των ακτών της Καλιφορνίας και η δεύτερη ήταν μια αποστολή πέντε Κινεζών βουδδιστών μοναχών, που έφτασαν στα 459 μ.Χ. στο Μεξικό. Δυστυχώς και σ’ αντίθεση με τις προαναφερθείσες εξερευνήσεις, που αποτελούν αναμφισβήτητα ιστορικά γεγονότα, οι δύο αποστολές στην Αμερική δεν πιστοποιούνται από καμιά σοβαρή πηγή και μάλλον πρέπει να απορριφθεί η πιθανότητα να έχουν πραγματοποιηθεί.

Η ανακάλυψη της Αμερικής από Χιώτες ναυτικούς
Η υπόθεση ξεκινά από μια ξεχασμένη θεωρία του Σεραφείμ Κανούτα και άλλων ερευνητών, που αναβίωσε ο Χ.Δ. Λάζος, και σύμφωνα με την οποία υπήρχαν δύο Κολόμβοι, ο λαϊκής καταγωγής, πρώην λαναράς και κατόπιν έμπορος και ναυτικός, Χριστόφορος Κολόμβος, που γεννήθηκε στη Γένουα γύρω στα 1451 και ο Δον Κριστόφορο ή Κριστόμπαλ Κολόν, που στην πραγματικότητα ήταν Έλληνας, γεννημένος γύρω στα 1439, πιθανώς στη Χίο, που λεγόταν Χριστόφορος Δισύπατος Παλαιολόγος, ήταν ευπατρίδης και εξαιρετικά μορφωμένος. Αυτός ο δεύτερος Κολόμβος, σύμφωνα πάντα με τη θεωρία, βρέθηκε στην Ιταλία με επίσημη αποστολή όταν έπεσε η Πόλη και έτσι ξέμεινε εκεί και πέρασε στην υπηρεσία της Γένουας.
Σύμφωνα πάντα με τη θεωρία, ο δεύτερος Κολόμβος είχε γνωρίσει στη Χίο πολλούς ναυτικούς, μεταξύ των οποίων κάποιον καπετάν Ανδρέα, αγνώστων των λοιπών στοιχείων, οι οποίοι είχαν πραγματοποιήσει πολύ πριν από το 1474 ταξίδια στην Αμερική και διαθέταν χάρτες των χωρών που είχαν ανακαλύψει, τους οποίους του παραχώρησαν.
Είναι ολοφάνερες οι σοβαρές αδυναμίες της θεωρίας των Κανούτα-Λάζου. Σε κανένα βυζαντινό χρονικό δεν αναφέρεται κάποιος Χριστόφορος Δισύπατος Παλαιολόγος και μάλιστα επίσημο πρόσωπο. Οι χρονολογίες εξ άλλου δεν ταιριάζουν. Ο Κολόμβος που ξέρει η ιστορία είχε τρία αδέλφια, από τα οποία το ένα ο Βαρθολομαίος στάθηκε πολύτιμος βοηθός του. Ο Βαρθολομαίος γεννήθηκε στα 1460 και ήταν περίπου δέκα χρόνια νεότερος του. Αν ο Κολόμβος γεννήθηκε στα 1439 η διαφορά θα ήταν 21 χρόνια, πράγμα που δεν πιστοποιείται από κανένα αξιόπιστο ή μη στοιχείο. Αλλά κι αν δεχτούμε πως ο Κολόμβος γεννήθηκε στα 1439, τότε ήταν 13 χρονών όταν τον έστειλαν από την Πόλη στη Δύση για «επίσημη αποστολή».
Η ύπαρξη του νεφελώδους «καπετάν Ανδρέα» βασίζεται σε φήμες πλατιά διαδεδομένες στη Χίο, όπου σύμφωνα με κάποιον δόκτορα Λάρσεν η άποψη της ανακάλυψης της Αμερικής υποστηρίζεται από μεγάλο τμήμα του πληθυσμού. Οι επιστημονικές όμως αλήθειες δεν ήταν ποτέ υπόθεση πλειοψηφίας και ψηφοφοριών.
Τέλος και το κυριότερο, είναι πασίγνωστο πως ο Κολόμβος έψαχνε να βρει συντομότερο δρόμο για την Ασία και ως το τέλος της ζωής του είχε την ακράδαντη πεποίθηση πως έφτασε στις Ινδίες. Αν οι Χιώτες ναυτικοί του είχαν δώσει χάρτες με τις νέες χώρες που ανακάλυψαν, δε θα είχε πέσει σ’ αυτή την πλάνη κι αν μάλιστα οι χάρτες αυτοί ήταν τόσο ακριβείς, δε θα επιχειρούσε καθόλου το ταξίδι του.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου