Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2012

ΑΠΟΚΡΙΑ

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Καρναβαλικές γιορτές πρωτοπαρουσιάζονται στη περιοχή γύρω στο 1650, με τη μορφή των «ρογκατζαρίων», τα οποία διαρκούσαν ένα δωδεκαήμερο.
Η κυριότερη αμφίεση των Ρογκατζιαρίων στην Κοζάνη ήταν της δυάδας των Κωδωνοφόρων. Αυτοί πάνω από ψάθινη πανοπλία και θώρακα, κρεμούσαν στα στήθη και στις πλάτες τους κουδούνια και κυπριά ογκωδέστατα. Στο πρόσωπό τους φορούσαν προσωπίδα με μορφή γοργόνας, που προκαλούσε τον τρόμο σε όσους την αντίκριζαν. Και στο δεξί χέρι κρατούσαν για όπλο ένα δρεπανοειδές σφυρί το Κλιούγκι. Τους Κωδωνοφόρους συνόδευε μεγάλη παρέα μεταμφιεσμένων. Από τα βαθιά χαράματα της Πρωτοχρονιάς και μέχρι τέλους της λειτουργίας έξω από το Δημαρχείο χτυπούσαν τα κυπροκούδουνά τους δαιμονιωδώς, ενώ πλήθος κόσμου συγκεντρώνονταν για να απολαύσουν το θέαμα.
Όταν δύο παρέες Κωδωνοφόρων συναντιούνταν σε στενό δρόμο, έπρεπε κάποια να υποχωρήσει για να περάσει η άλλη, γιατί αλλιώς θα συγκρούονταν. Όποια παρέα θεωρούσε τον εαυτόν της ανίσχυρο υποχωρούσε και υποχρεώνονταν να περάσει από την αψίδα που σχηματίζονταν από τους Κωδωνοφόρους της ισχυρότερης παρέας με τα σφυριά τους πράγμα το οποίο θεωρούνταν σημείων υποταγής των μεν εις τους δε. Πολλές φορές για λυθεί το ζήτημα κατέφευγαν στα σφυριά και η σύγκρουση ήταν αναπόφευκτη. Αποτέλεσμα μιας τέτοιας σύγκρουσης γύρω στα 1860 ήταν να αλληλοσκοτωθούν δύο αδέρφια, της Μπήλιως τα παιδιά, γιατί μεταμφιεσμένοι όπως ήταν δεν γνώριζαν ο ένας τον άλλον. Πήγαν και τους έθαψαν στη θέση που φέρει το όνομα «της Μπήλιως τα νημόρια» (πλατεία 25ης Μαρτίου). Αλλά από τότε οι τουρκικές αρχές με παρέμβαση των προεστών απαγόρευσαν τις εκδηλώσεις αυτές.
Ξανάρχισαν μετά το 1890, γιατί ο κόσμος ζητούσε ψυχαγωγία. Τότε φαίνεται ότι έγιναν οι ενέργειες από τους Προύχοντες της Κοζάνης στο Μοναστήρι -τα Μπιτόλια- για να αρθεί η απαγόρευση και ήρθε από τον Βαλή η απάντηση «Μπιτούν Κοζαναράλ εξ Μασκαρά Οσλούν», δηλαδή αφού το θέλουν ας «γίνουν όλοι οι Κοζανίτες Μασκαράδες». Αλλά δεν εμφανίστηκαν πια στις γιορτές του Δωδεκαημέρου σαν «Ρογκατζιάρια», παρά στις Αποκριές και με την ονομασία «Καρναβάλια».
Σαν έφεγγε καλά η μέρα, έσβηναν το Φανό. Μάζευαν τη στάχτη και πήγαιναν και τη σκορπούσαν στο βίο τους (στα χωράφια και τα αμπέλια), να καρπίσουν και να αυγατίσει η σοδειά. Σημάδι και, πως πολλές από τις γιορτές των Αρχαίων Ελλήνων, διατηρούνται ακόμα και σήμερα από τον Ελληνικό λαό, σαν συνέχεια εκείνων και ας λένε μερικοί λαογράφοι και προ παντός ιστοριογράφοι, πως ο σημερινός Ελληνισμός δεν έχει τη ρίζα του στον παλιό.

ΤΟ ΤΣΙΚΝΙΣΜΑ ΤΗΣ ΤΣΙΚΝΟΠΕΜΠΤΗΣ
Για την πόλη μας το περίφημο «τσίκνισμα» πραγματοποιούνταν μέσα από την τσίκνα που αναδύονταν από το αρτυμένο φαΐ, συνήθως κρέας (το οποίο σημειωτέων αποκαλείται «φαΐ» στο τοπικό ιδίωμα π.χ. «Κυριακή σήμερα έχουμε φαΐ μι πατάτσις στου φούρνου». Το να κάψει μια νοικοκυρά το φαγητό εκείνη την εποχή ήταν μεγάλη πολυτέλεια.

Η ΑΠΟΚΡΙΑ ΣΤΗΝ ΚΟΖΑΝΗ ΕΙΝΑΙ ΓΛΕΝΤΙ ΚΑΙ ΦΩΤΙΑ
Μεταπολεμικά, είναι γνωστό ότι η διάθεση των πολιτών να εκμεταλλευτούν όσο γίνεται την ελευθερία έκφρασης και δράσης, που τους παρέχει η Αποκριά γέννησε ένα σωρό καινούριες εκδηλώσεις οι οποίες, μαζί με τις παλιότερες, δημιουργούν μια εκρηκτική ατμόσφαιρα που διαρκεί μέρες. Μια τέτοια εκδήλωση είναι και ο φανός.

ΟΙ ΦΑΝΟΙ
Μόλις περάσουν οι γιορτές των Χριστουγέννων, οι Κοζανίτες ασχολούνται πλέον με τους Φανούς. Δύο βδομάδες πριν την Μεγάλη Αποκριά στήνεται το σκηνικό της μεγάλης γιορτής. Έρχονται τα κεραστάρια, ομοιώματα μικρών σπιτιών από όπου οι υπεύθυνοι της φιλοξενίας του Φανού θα προσφέρουν στον κόσμο κρασί και κιχιά. Στήνεται το υπόστεγο που θα στεγάσει τους μουσικούς με τα όργανα τους και θα τους προφυλάξει από το τσουχτερό κρύο της χειμωνιάτικης βραδιάς. Μπαίνει ο νουντάς στην καθορισμένη θέση και οι πιο επιδέξιοι αναλαμβάνουν να τον ευπρεπίσουν: βάφουν τους τοίχους, διορθώνουν τυχόν ζημιές στα ζωγραφιστά πορτοπαράθυρα και στην κληματαριά, ζωγραφίζουν κάτι καινούριο ανάλογα με την έμπνευση της στιγμής. Εν τω μεταξύ τα συνεργεία του Δήμου ασχολούνται με τον αεροδιάκοσμο. Τις παραδοσιακές φούντες με τα φιλουρίδια έχουν αντικαταστήσει πάνινες στενές λουρίδες που ανεμίζουν και γεμίζουν με χρώμα τη γειτονιά και οι γιρλάντες με τα φώτα και οι προβολείς φωτίζουν το χώρο του βωμού. Εν τω μεταξύ συνεχίζεται η ανίχνευση για να βρεθεί η κατάλληλη ορχήστρα πνευστών, «τ’ άργανα» που θα δώσουν στην εκδήλωση τη νέα διάσταση που απέκτησε στην δεκαετία του ‘60: την παρουσία της οργανικής μουσικής που ξεκουράζει τους τραγουδιστάδες, ενθαρρύνει το «σκόρπιο» χορό και προσδίδει ποικιλία και παλμό στη γιορτή. Πέρα από το κρασί και τα κηχιά οι πιο επιτήδειοι στη μαγειρική ετοιμάζουν στο σπίτι τους ένα σωρό άλλους μεζέδες για τους «επισήμους», αλλά και για τα μέλη. Οι προετοιμασίες δεν τελειώνουν παρά λίγες ώρες πριν ανάψει ο Φανός. Οι πιο χειροδύναμοι θα μεταφέρουν το κρασί και τα ταψιά με τα κιχιά στα κεραστάρια. Οι πιο «κασμιρτζήδις» θα γεμίσουν κάθε λευκή επιφάνεια των σκηνικών με ...παραινέσεις, σχόλια και οδηγίες, όλα στο λιτό και «τσουχτερό» ύφος της Κοζανίτικης εκφραστικής παράδοσης και στο ιδίωμα, που κυριαρχεί όλες αυτές τις μέρες. Τα περισσότερα φυσικά έχουν σεξουαλικό περιεχόμενο και μερικά συμπληρώνονται με σκίτσα και σχέδια, για περισσότερη σαφήνεια! Εν τω μεταξύ κάποιοι ελέγχουν αν λειτουργούν καλά τα μεγάφωνα και τελευταία φροντίδα είναι να στοιβαχτεί κάπου πρόχειρα το δαδί που θα καίγεται όλη τη νύχτα στο βωμό της εθιμικής χαράς. Όλα έτοιμα!

Ο ΧΟΡΟΣ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟ ΦΑΝΟ
Στις εθιμικές πυρές της Αποκριάς, όπως είναι ο Φανός, κεντρικό ρόλο παίζουν το τραγούδι και ο χορός, τα οποία, εκτός από την εμφανή ψυχαγωγική και κοινωνική σκοπιμότητα που εξυπηρετούν, παίρνουν επίσης λατρευτική και τελετουργική διάσταση. Η κοινότητα ή η ομάδα που συμμετέχει σε μια παρόμοια εθιμική εκδήλωση «επιδιώκει την πραγματοποίηση ενός σκοπού, ο οποίος συνήθως είναι η επίτευξη της ευημερίας, της καλής χρονιάς, στην ευρύτερη διάστασή της, με την έννοια της πλούσιας καρποφορίας και της καλής υγείας».
Χόρευαν λοιπόν οι αγρότες κάτοικοι της Κοζάνης γύρω απ’ τη φωτιά, εξορκίζοντας την κακοδαιμονία και καλώντας τις δυνάμεις του καλού να τους συντρέξουν στο δύσκολο έργο τους. Οι κινήσεις και τα βήματα του χορού τους περνούσαν από γενιά σε γενιά ίδια και απαράλλαχτα, συγκρατημένα και μονότονα, συνοδευτικά μάλλον του τραγουδιού και παρά αυθύπαρκτα χορευτικά κινητικά μοτίβα.
Έτσι παραδόθηκαν και στις σημερινές γενιές. Οι σημερινοί Κοζανίτες εξακολουθούν να κινούνται γύρω από τη φωτιά όπως είδαν τους γονείς τους και τους παππούδες τους να κάνουν πριν απ’ αυτούς μέσα σε ένα πλαίσιο πολιτιστικού συντηρητισμού, που χαρακτηρίζει γενικά τους λαϊκούς χορούς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου