Κυριακή 19 Αυγούστου 2012

ΤΖΙΑΚΟΜΟ ΚΑΖΑΝΟΒΑ: Ο ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΣ ΤΥΧΟΔΙΩΚΤΗΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ, ΣΥΝΑΝΤΑ ΤΟΝ ΕΡΩΤΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ, ΣΤΗΝ ΚΕΡΚΥΡΑ ΤΟΥ 1745.


Τα λόγια αυτά, απόσταγμα ενός τρόπου ζωής που διήρκησε εβδομήντα τρία χρόνια, δεν ανήκουν σε άλλον παρά σ’ έναν οργίλο και ερωτύλο Βενετσιάνο, τον Τζιάκομο Καζανόβα. Πέρυσι (1998) τέτοια εποχή συμπληρώθηκαν διακόσια χρόνια από τον θάνατό του. Το γεγονός πέρασε στα αζήτητα κι ας ήταν ένα από τα πιο φωτεινά πρόσωπα του «Αιώνα των φώτων». Λέτε να φταίει μόνο ο ιός του AIDS που τον παραμέρισε από την μνήμη μας ή αυτή θέλει επιλεκτικά να επιστρέφει στα σκοτεινά καντούνια της Ιστορίας, στις ορειχάλκινες προσωπικότητες και στις Μαγιάτικες ονειρώξεις...
Ο Καζανόβα, καρπός του γάμου δύο ηθοποιών, του Γκαετάνο Τζουζέπε Καζανόβα και της Ζανέττας Φαρούσι (και κατ’ άλλους νόθος γιος του γερουσιαστή Μικέλε Γκριμάνι), γεννήθηκε στις 2 Απριλίου του 1725 στην ένδοξη πόλη της Βενετίας. Στο κομψό φιλμ του Λουίτζι Κομεντσίνι, Ιnfanzia Vocazione di Ciacomo Casanova Veneziano (Tα καλύτερα χρόνια του Καζανόβα), του 1969, ο νεαρός Τζιάκομο σουλατσάρει ξυπόλητος στα λερά πλακόστρωτα της ιστορικής πόλης. Ο πατέρας του, άρρωστος πρώην ηθοποιός, πεθαίνει και η μητέρα του φεύγει με ένα θεατρικό μπουλούκι, αφήνοντας το μικρό Τζιάκομο στη γιαγιά. Χτυπημένος από κάποια παιδική αρρώστια θα πιστέψει ότι τον έσωσε μια όμορφη νεράιδα. Ξεκινά λοιπόν τη ζωή του με οδηγό την φαντασίωση. Ο Κομεντσίνι δεν απομακρύνεται από τις ιστορικές πληροφορίες για τα παιδικά χρόνια του Τζιάκομο. Αυτό που προσθέτει είναι η διαίσθησή του για την αρχή της περιπετειώδους ζωής του άτακτου Βενετσιάνου. Δεν στοχάζεται ψυχαναλυτικά, αλλά προτιμά να πασπαλίσει τον άγουρο ήρωά του με την γλυκιά γύρη της ζωής και στη συνέχεια να την αποζητήσει σε άλλα σώματα κοριτσιών, αρχικά με το στόμα και την γλώσσα.
Μετά τον θάνατο του πατέρα του, ο Τζιάκομο θα ξεκινήσει σπουδές Νομικής στην Πάδοβα. Το 1741 θα πάρει έναν χαμηλό εκκλησιαστικό βαθμό και την άνοιξη της ίδιας χρονιάς θα έρθει για πρώτη φορά στην Κέρκυρα και μετά στην Κωνσταντινούπολη. Το 1743 τα γεγονότα θα έρθουν σαν βροχή: Θα χάσει την πολυαγαπημένη του γιαγιά, θα περάσει για λίγο, αν και διδάκτορας της Νομικής, από το ιεροσπουδαστήριο του Αγίου Κυπριανού, για να φυλακιστεί τον Απρίλιο της ίδιας χρονιάς στο φρούριο του Αγίου Ανδρέα. Οι δρόμοι που θα τον οδηγήσουν σε κάθε γωνιά της Ευρώπης τον περιμένουν.
Τον Αύγουστο του 1744 έρχεται για δεύτερη φορά στην Κέρκυρα και για μια τρίτη την επόμενη χρονιά, όπου και θα ερωτευθεί την κυρία Φ., την Αντριάνα Φοσκαρίνι, την δεκαεπτάχρονη γυναίκα του sopracomito Βιτσέντζο Φοσκαρίνι. Η λατρεία του για την Αντριάνα είναι τόσο μεγάλη που θα τον οδηγήσει στις πιο τρελές συμπεριφορές. Στα απομνημονεύματά του θυμάται αυτή την εποχή στην Κέρκυρα με αγάπη και νοσταλγία.
Επιστρέφοντας στην Βενετία μετά από αυτόν τον άτυχο έρωτα, θα απλώσει τα φτερά του για να αλωνίσει ολόκληρη την Ευρώπη, όλες τις βασιλικές αυλές και δεκάδες γυναικείες αγκαλιές. Θα αποκτήσει πιστούς φίλους, άσπονδους εχθρούς, τιμητικές διακρίσεις, μετάλλια, εργοστάσια μεταξωτών και πολλά άλλα απίθανα. Όσον αφορά στην εγκυκλοπαιδική του μόρφωση, θα είναι και αυτή το ίδιο έντονη: Θα σχετισθεί με θεατρικούς κύκλους, με τη γαλλική μασονία, με την μουσική, τον καβαλισμό, τον Ζαν-Ζακ Ρουσσώ, τον Μεταστάσιο, τον Βολτέρο, τον Βίνκελμαν, τον Καλιόστρο και πολλούς άλλους.
Το 1976 ο Φεντερίκο Φελλίνι στον δικό του Καζανόβα (Casanova di Fellini), παρουσιάζει τον φλογερό εραστή ν’ αναζητά σε κάθε κρεβάτι και σε κάθε γυναικείο στήθος, το μητρικό χάδι της Ζαννέτας. Αυτό το ψυχαναλυτικό παιχνίδι ο Φεντερίκο το σπρώχνει στα όριά του βάζοντας τον ήρωά του να ονειρεύεται ότι χορεύει αγκαλιά με μια άψυχη κούκλα. Ο Φελίνι οργιάζει, αλλά δίχως να πολυνοιάζεται για την πραγματική ταυτότητα του συμπατριώτη του.
Ένας ακόμη Ιταλός, ο Ετόρε Σκόλα, στην «Νύχτα της Βαρέν», αλλάζει σελίδα, δείχνοντας μας έναν Καζανόβα, έκπτωτο, να συναντάται με τον επίσης έκπτωτο βασιλιά της Γαλλίας ένα βράδυ σε κάποιο καπηλειό της Βαρέν. Και οι δύο, αναζητούν τώρα την μοναξιά και την ανωνυμία. Ο κόσμος είναι ένα επικίνδυνο πλήθος.
Τέλος, στην «Επιστροφή του Καζανόβα» (1992) ο Γάλλος Edouard Niemmans τοποθετεί τον γερασμένο Αλέν Ντελόν στη θέση του Καζανόβα. Υποπτευόμενοι παράλληλες διαδρομές, παρακολουθούμε τον Ντελόν να προσπαθεί να ανταποκριθεί, όπως εξάλλου και ο ήρωας που υποδύεται, στην μυθολογία που τον περιβάλλει. Το βιβλίο του Άρτουρ Σνίτσλερ «Ο Νόστος του Καζανόβα» στο οποίο βασίστηκε η ταινία, παρουσιάζει έναν 53χρονο τυχοδιώκτη που το μόνο που αποζητά είναι η μετά εικοσιπέντε χρόνια εξορία, επιστροφή στην γενέθλια πόλη και ένας βαρύς και χωρίς όνειρα ύπνος.
Φυσικά πέρα από τα παιχνίδια συγγραφέων και σκηνοθετών, ο Καζανόβα έζησε ακόμη είκοσι χρόνια, στον πύργο του Ντουξ, στη Βοημία, Προσχηματικά μάλλον, προσλαμβάνεται από τον κόμη ντε Βαλντστάιν ως βιβλιοθηκάριος. Εκεί θα έχει τον χρόνο και την υπομονή να διαβάσει ό,τι τραβούσε η ψυχή του από μια βιβλιοθήκη 12.000 τόμων και να ξεκινήσει τη συγγραφή των ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΩΝ του. Στο υπόγειο της βιβλιοθήκης θα θυμηθεί τις 132 ερωτικές του κατακτήσεις, αριθμός όχι και όσο υπερβολικός για 35 χρόνια δράσης. Στις λιγοστές παρενθέσεις από το διάβασμα και την απόλαυση της ζεστής σοκολάτας, εξακολουθεί να ντύνεται με τον γνωστό του τρόπο: κεντητά ρούχα, μεταξωτές κάλτσες, γυαλιστερά κουμπιά. Αν και σε αυτή την ηλικία η ερωτική του δραστηριότητα είχε πάψει, ο ίδιος κολακευόταν να πιστεύει ότι το παιδί της Δωροθέας Κλέερ, της κόρης του φύλακα του πύργου, ήταν δικό του κατόρθωμα.
Στον πύργο του Ντούσκοβ, επάνω σε μια λουλουδάτη καρέκλα, ο άντρας που έδωσε άλλο νόημα στον έρωτα και την σεξουαλική ελευθεριότητα, πέθανε στις 4 Ιουνίου του 1798. Από τότε έως σήμερα ο Βενετός λιμπερτίνος θα γίνει ένα μοναδικό σημείο αναφοράς, για ανθρώπους πού είτε αναζητούν την αλήθεια του βίου του, είτε εμψυχώνονται από την δύναμη του μύθου του. Μια τέτοια περίπτωση είναι και ο Διονύσιος Ρώμας που στο θεατρικό του έργο «Ο Καζανόβας στην Κέρκυρα», υπογραμμίζει αυτήν ακριβώς την επιρροή. Πέραν αυτού ας μην ξεχνάμε βέβαια και την έκδοση του περιοδικού «Καζανόβας», εκεί στις δεκαετίες ‘70 και ‘80, το οποίο έστω και με αστεράκια και επιζωγραφισμένα φύλλα συκής έριξε στους εφήβους της εποχής, τις γέφυρες για να συναντήσουν την terra Incognita, του γυναικείου σώματος.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου