Σάββατο 9 Οκτωβρίου 2010

Γιώργος Πολυράκης: «Μ’ αρέσουν οι ωραίοι άνθρωποι!»
Συνέντευξη στην Κατερίνα Μ. Μάτσου

Κυκλοφόρησε τον περασμένο Δεκέμβρη από τις εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ το νέο μυθιστόρημα του γνωστού στο αναγνωστικό -και όχι μόνο- κοινό της Κοζάνης συγγραφέα Γιώργου Πολυράκη με τίτλο «Η κόρη της ανεμώνης». Ο Γιώργος Πολυράκης έχει τη δική του, ιδιαίτερη σχέση με την Κοζάνη, αφού με την επαγγελματική ιδιότητα του γιατρού έχει ζήσει στην πόλη μας στα μέσα της δεκαετίας του ‘70. Το προηγούμενο βιβλίο του «Συνάντηση με το χτες» (Α΄ Βραβείο Μυθιστορήματος Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός») παρουσιάστηκε και στην Κοζάνη (12/5/2000) σε μία συνάντηση φίλων στο βιβλιοπωλείο «ΑΛΦΑ» και την ίδια υπόσχεση μας δίνει και για την «Κόρη της ανεμώνης». Ο «Π.Λ» συνάντησε το Γιώργο Πολυράκη στη Θεσσαλονίκη, όπου σήμερα ζει και εργάζεται, και μίλησε μαζί του για το νέο του βιβλίο, τους συγγραφείς και τη λογοτεχνία, αλλά και τη δική του γνωριμία με την Κοζάνη.

- Κύριε Πολυράκη, πριν από δύο μήνες κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ψυχογιός το νέο σας μυθιστόρημα «Η κόρη της ανεμώνης», μία σαγηνευτική ιστορία, που διαβάζεται πραγματικά χωρίς δεύτερη ανάσα. Πώς ξεκίνησε αυτό το βιβλίο;
- Θα έλεγα ότι ειδικά για το βιβλίο της ανεμώνης δεν πήρα ερέθισμα από τίποτα, από κανένα τυχαίο γεγονός, εν αντιθέσει με τα προηγούμενα βιβλία μου. Απλά κάποια μέρα σκέφτηκα, δε θυμάμαι πως, κάτι συζητούσανε για κληρονομιές και αναρωτήθηκα αν κάποιος πολύ πλούσιος πέθαινε ξαφνικά και δεν είχε κληρονόμους κι αν αποφάσιζε, ένας άνθρωπος εκκεντρικός, να αφήσει την περιουσία του στον πρώτο άνθρωπο που θα περάσει μπροστά από το σπίτι του. Ήταν μία σκέψη που την έκανα χωρίς συγκεκριμένο λόγο. Μ’ άρεσε η ιδέα κι άρχισα να χτίζω το μύθο. Βέβαια, όταν άρχισα να γράφω, μπορούσα να γράψω την περίληψη του βιβλίου σε μία σελίδα. Στην πορεία άλλαξα πάρα πολλά πράγματα. Προστέθηκαν πρόσωπα, έφυγαν άλλα, αλλάξανε άλλα, πρωταρχικά που είχα σκεφτεί, άλλα γενικά μπορώ να πω ότι ειδικά το συγκεκριμένο βιβλίο δεν ξεκίνησε από κάποιο συγκεκριμένο περιστατικό, από κάποιο ερέθισμα. Απλώς κάποια στιγμή μου ήρθε μια ιδέα -η οποία μάλιστα στην αρχή φάνηκε τρελή, όταν τη συζήτησα με κάποιο φίλο μου- και άρχισα να το δουλεύω.
- Σε όλα σας τα βιβλία οι κεντρικοί ήρωες είναι άνθρωποι με ιδιαίτερη προσωπικότητα, με μία «αρχοντιά» στο χαρακτήρα που δε συναντάμε συχνά στη σύγχρονη λογοτεχνία. Εσείς πώς και επιλέγετε τέτοιους χαρακτήρες;
- Μ’ αρέσουν οι ωραίοι άνθρωποι. Και δεν εννοώ μόνο τους ωραίους στην εμφάνιση. Και στην εμφάνιση και στον χαρακτήρα, στη δομή. Μ’ αρέσουν οι ωραίοι άνθρωποι και πιστεύω ότι έχουμε ανάγκη από τέτοιους ανθρώπους σήμερα.
- Υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι στην καθημερινότητα μας;
- Πιστεύω ότι δίπλα μας κάθε μέρα περνάνε άνθρωποι αξιόλογοι, άνθρωποι οι οποίοι που έχουν πολλά να δώσουν μέσα σε μια προσωπική επικοινωνία, αλλά ξέρετε τι συμβαίνει; Σήμερα ζούμε σε μία εποχή που έχουμε χάσει τους κώδικες της ανθρώπινης επικοινωνίας. Ζούμε στην εποχή του internet, στην εποχή των κομπιούτερ, μπορούμε να επικοινωνήσουμε μέσα σε μια στιγμή μ’ έναν άνθρωπο στην άλλη άκρη του κόσμου, αλλά δεν είναι καθόλου απίθανο να μην ξέρουμε ποιος μένει στο διπλανό διαμέρισμα επί χρόνια ολόκληρα και με τον οποίο μπορεί να συναντιόμαστε κάθε μέρα στο ασανσέρ. Κι όμως ο άνθρωπος αυτός είναι ένας άνθρωπος αξιόλογος, ένας άνθρωπος άρχοντας, ένας άνθρωπος με πάρα πολλά χαρίσματα, που αξίζει να τον γνωρίσουμε και να κάνουμε παρέα. Αλλά είναι αυτό. Ότι σήμερα έχουμε χάσει τους κώδικες της ανθρώπινης επικοινωνίας και το έχω βιώσει αυτό πάρα πολύ με τη δουλειά μου στα νοσοκομεία τόσα χρόνια κι ίσως αυτός είναι ο λόγος που με κάνει οι περισσότεροι ήρωες μου να περιγράφονται έτσι. Να είναι άνθρωποι πολλές φορές κατάφορτοι από υψηλές αρετές, άνθρωποι που διδάσκουν, που προβληματίζουν, που παραδειγματίζουν, άνθρωποι που θα θέλαμε να τους συναντούμε, να τους κάνουμε παρέα και που μπορεί να υπάρχουν δίπλα μας χωρίς να τους γνωρίζουμε.
- Έχετε μία ιδιαίτερη σχέση με την Κοζάνη, καθώς έχετε ζήσει στην πόλη μας πριν από μερικά χρόνια. Διατηρείτε ακόμα την επαφή μαζί της;
- Έχω πολύ στενούς δεσμούς και πολύ στενούς και καλούς φίλους στην Κοζάνη. Την επισκέπτομαι πολύ συχνά. Είναι μια πόλη που αγάπησα και εξακολουθώ να την αγαπώ. Από την Κοζάνη έφυγα για να πάω στην Αγγλία, στο Λονδίνο, για να κάνω ειδικότητα στην αγγειοχειρουργική και τα παιδιά μου τότε δεν λέγανε πότε θα πάμε στη Θεσσαλονίκη, λέγανε πότε θα ξαναγυρίσουμε στην Κοζάνη. Κι ακόμα έχουν πολύ καλούς φίλους στην Κοζάνη.
- Σε σας τι αναμνήσεις έχει αφήσει;
- Πάρα πολύ καλές αναμνήσεις και πάρα πολλές καλές παρέες. Στεναχωριέμαι που άλλαξαν ορισμένα πράγματα στην Κοζάνη, τα οποία ήτανε ταυτόσημα με την πόλη. Υπήρχε ένα μαγαζί βγαίνοντας από την Κοζάνη προς Πτολεμαΐδα, ο ΤΡΙΚΟΣ, το οποίο είχε μία εκπληκτική μουσική σε ταινίες και το κέφι που δημιουργούνταν εκεί, είχα πάει πάρα πολλές φορές, το κέφι που δημιουργούνταν ήταν ανεπανάληπτο και εκείνο που είχα ακούσει ήταν ότι πάρα πολλοί άνθρωποι που είχαν υπηρετήσει στην Κοζάνη, ξαναγυρνούσανε, συνήθως την εβδομάδα των Απόκρεων, για να πάνε για ένα βράδυ στον ΤΡΙΚΟ. Έχει αφήσει εποχή. Εκείνο που έχει αλλάξει και μ’ αρέσει πάρα πολύ είναι οι πεζόδρομοι που έγιναν εκεί γύρω από την ΠΟΥΛΙΤΣΑ προς τον κεντρικό δρόμο, που το καλοκαίρι είναι πάρα πολύ όμορφα, αλλά ορισμένα πράγματα, όπως ο ΤΡΙΚΟΣ, που αλλάξανε εμένα με στεναχωρήσανε.
- Υποστηρίζουν ωστόσο κάποιοι ότι η Κοζάνη είναι μία δύσκολη πόλη, μία «πέτρινη» πόλη που δεν μπορεί να καλύψει και να εμπνεύσει ένα συγγραφέα. Συμφωνείτε με αυτή την άποψη;
- Πιστεύω ότι ένας συγγραφέας μπορεί να βρει αφορμές οπουδήποτε, αν μπορέσει και συγκεντρωθεί και είναι σε εποχή έμπνευσης, γιατί έμπνευση δεν έχει κανείς κάθε μέρα. Η Κοζάνη βεβαίως μπορεί να δώσει αφορμές. Πιστεύω ότι όποιος ισχυρίζεται το αντίθετο είναι λάθος. Εγώ δε θα την έλεγα πέτρινη πόλη. Θα έλεγα ότι το μόνο δύσκολο στην Κοζάνη, τουλάχιστον τα χρόνια που ήμουν εκεί, ήταν ότι έκανε πολύ βαρύ χειμώνα, είχε πολύ χιόνι. Πάγωνε ο δρόμος και δεν μπορούσε κανείς να περπατήσει. Αυτό είναι κάτι που μπορεί να συμβεί οπουδήποτε. Από εκεί και πέρα εγώ την Κοζάνη τη βρήκα μια πολύ ζεστή πόλη, μια πολύ φιλική πόλη και κυρίως μια πάρα πολύ ζωντανή πόλη. Εγώ πέρασα στην Κοζάνη 4,5 πάρα πολύ όμορφα χρόνια. Πολλές φορές τα νοσταλγώ τα χρόνια εκείνα, έχω πολύ στενούς φίλους και δεν τη θεωρώ καθόλου, μα καθόλου πέτρινη πόλη. Πιστεύω ότι αν ζούσα στην Κοζάνη θα μπορούσα να γράφω όπως γράφω κι εδώ. Θα είχα πολλές εμπνεύσεις να γράψω.
- Εκτός από συγγραφέας είστε και γιατρός. Πώς συμβιβάζετε το επάγγελμα του γιατρού με την ιδιότητα του συγγραφέα;
- Είναι αλήθεια ότι το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό των συγγραφέων παγκοσμίως, για να μην πω όλοι, θα κάνει και κάποια άλλη δουλειά. Τουλάχιστον στην Ελλάδα σχεδόν όλοι οι συγγραφείς θα πρέπει να κάνουν και κάποια άλλη δουλειά για να ζήσουν. Είναι επίσης αλήθεια ότι ο χώρος των γιατρών έχει πολλούς συγγραφείς, όπως έχει και πολλούς ζωγράφους, όπως έχει και πολλούς ποιητές. Γιατί και πώς συνδυάζεται. Πιστεύω ότι παίζει ρόλο ο χώρος στον οποίο εργάζεται κανείς. Ο χώρος της ιατρικής είναι ένας χώρος που βιώνει κανείς καθημερινά τον πόνο, τη δυστυχία, την αγωνία, το θάνατο. Εάν ο γιατρός συμβαίνει να είναι περισσότερο ευαίσθητος απ’ όσο θα πρέπει και ας σκληρυνθεί μέχρι ένα σημείο, δε θα μπορέσει να τα αντέξει όλα αυτά. Τον πόνο που θα βιώσει καθημερινά, το παιδάκι το ανίατα άρρωστο, προσωπικά δεν μπόρεσα ποτέ να συμβιβαστώ με την ιδέα του ανίατα άρρωστου παιδιού, τα μάτια που σε κοιτάνε με μία αγωνιώδη επίκληση, τον άνθρωπο που περιμένει να πας δίπλα του, να ακουμπήσεις το χέρι σου στο πρόσωπο του και περιμένει να του πεις μία κουβέντα και δεν μπορείς του την πεις ή αν την πεις θα είναι ψέμα, γιατί ξέρεις ότι δεν μπορείς να κάνεις τίποτα όλα αυτά λοιπόν προσωπικά σε μένα και σε άλλους γιατρούς, με έκαναν να στραφώ κάπου αλλού και αν μου επιτρέπεται να παραφράσω το «σκέφτομαι, άρα υπάρχω» σε «γράφω, άρα υπάρχω» πιστεύω ότι θα αφήσω κάτι, ότι δίνω κάτι στους ανθρώπους, ότι βγάζω κάποια από αυτά που έχω μέσα μου κι ότι γράφοντας δε θ’ αφήσω να με συντρίψουν τα συναισθήματα εκείνα που νιώθω μπροστά στο κρεβάτι ενός ανίατα άρρωστου παιδιού για να τοποθετηθώ στην πιο τραγική περίπτωση, σ’ αυτή που εγώ δεν μπόρεσα ποτέ να συμβιβαστώ.
- Κύριε Πολυράκη, ποια είναι η άποψη σας για την ελληνική λογοτεχνία σήμερα;
- Σήμερα βγαίνουν χιλιάδες βιβλία. Δεν ξέρω αν είναι εύκολο. Εκείνο που εγώ έχω διαπιστώσει είναι, ότι σήμερα οι εκδότες εκείνο που κοιτάζουνε σ’ ένα βιβλίο είναι να είναι απλά εμπορικό, το βιβλίο αυτό να πουλήσει και ελάχιστοι είναι εκείνοι που ζητάνε να έχει και κάτι άλλο. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο από τα χιλιάδες βιβλία που βγαίνουνε κάθε χρόνο, πολύ λίγα είναι εκείνα που θα μείνουν σε κάποια βιβλιοθήκη, που θα ξανακατεβάσει κανείς από τη βιβλιοθήκη του και που εν πάση περιπτώσει θα τα θυμάται μετά από πολύ λίγα χρόνια. Ελάχιστα είναι εκείνα που αφήνουν κάτι. Δυστυχώς τα περισσότερα βιβλία που βγαίνουν σήμερα -και μιλάμε για χιλιάδες τίτλους κάθε χρόνο- δε θα ‘πρεπε ίσως να βγαίνουν.
- Αυτή η σκέψη, το βιβλίο να πουλήσει, μήπως οδηγεί και τους συγγραφείς να γράφουν μ’ ένα συγκεκριμένο τρόπο;
- Όχι, δεν το πιστεύω αυτό. Πιστεύω ότι ο κάθε συγγραφέας γράφει με τον τρόπο που μπορεί να γράψει. Εάν κάποιος μπορεί να γράψει ένα βιβλίο ποιοτικό, θα το γράψει. Εάν άλλος θα γράψει ένα βιβλίο που θα είναι εμπορικό, είτε γιατί θα έχει μέσα πολύ σεξ ή γιατί θα έχει μια πλοκή άλλη, θα το γράψει. Ο καθένας γράφει αυτό που μπορεί κι εκείνο που είναι θλιβερό είναι ότι πάρα πολλοί συγγραφείς σήμερα εμφανίζουν μια λεξιπενία. Και προσπαθούν την λεξιπενία αυτή, το φτωχό λεξιλόγιο που διαθέτουν να το καλύψουν με βωμολοχίες τις οποίες περνάνε στα βιβλία. Δεν είμαι καθόλου, μα καθόλου πουριτανός, όμως το να παίρνεις ένα βιβλίο και σε κάθε σελίδα να συναντάς περισσότερες λέξεις που συνιστούν βωμολοχία από τις άλλες, είναι κάτι που δε με εκφράζει. Και πιστεύω ότι αυτό τις συντριπτικά περισσότερες φορές οφείλεται στο ότι αυτός που γράφει έχει ένα πολύ φτωχό λεξιλόγιο.
- Διαμορφώνει συνειδήσεις ο συγγραφέας με το έργο του;
- Πιστεύω ναι. Πιστεύω ότι περνάει μηνύματα με το βιβλίο του, διαμορφώνει συνειδήσεις. Και ιδίως σε νεαρά παιδιά. Γιατί λοιπόν να μην περάσεις ωραία μηνύματα με το βιβλίο σου; Εκείνος ο οποίος θα πάρει ένα βιβλίο, ιδίως αν είναι νέο άτομο, υποτίθεται ότι ανάμεσα στα άλλα τα οποία θα πλουτίσει τον εαυτό του είναι και το λεξιλόγιο του. Μα αυτές τις λέξεις, τις οποίες διαβάζουμε σε πάρα πολλά βιβλία σήμερα πολύ συχνά, δεν είναι ανάγκη να ψάξω ένα βιβλίο να τις βρω να τις διαβάσω. Τις ακούω στο λιμάνι όταν περάσω, τις ακούω στην αγορά, τις ακούω στο γήπεδο, τις ακούω παντού. Δεν είναι ανάγκη να τις διαβάσω κιόλας. Βεβαίως ο καθένας είναι ελεύθερος να γράφει ό,τι θέλει κι όπως θέλει. Κι ο καθένας είναι ελεύθερος να αγοράζει και να διαβάζει ό,τι θέλει. Δε συμφωνώ όμως καθόλου μ’ αυτή την πρακτική εγώ προσωπικά. Πιστεύω ότι η λογοτεχνία θα πρέπει να έχει να δώσει πράγματα τα οποία θα κτίσουν χαρακτήρες, θα μορφώσουν, θα κάνουν τον άνθρωπο να πάρει ορισμένα πράγματα από ένα βιβλίο. Αυτά τα ακούει και έξω.
- Γι’ αυτό και στα βιβλία σας εμφανίζονται, όπως είπαμε και λίγο πριν, τόσο ωραίοι άνθρωποι;
- Μα πιστεύω ότι αυτοί οι άνθρωποι υπάρχουν δίπλα μας. Υπάρχουν δίπλα μας, κινούνται δίπλα μας, κάθε μέρα τους συναντάμε, απλώς δεν τους ξέρουμε, δεν τους βλέπουμε, δε θέλουμε να τους δούμε. Αλίμονο εάν δεν υπήρχαν άνθρωποι σαν αυτούς που περιγράφω στα βιβλία μου. Δεν είναι μόνο γεμάτη αρνητικά παραδείγματα η εποχή μας. Θα ήτανε φοβερό να πιστέψει κανείς αυτό το πράγμα. Υπάρχουνε πάρα πολλά φωτεινά παραδείγματα ανθρώπων και αυτούς τους ανθρώπους θέλω να παρουσιάζω στα βιβλία μου. Είναι όμως άνθρωποι καθημερινοί, άνθρωποι που είναι κατάφορτοι από υψηλές αρετές, αλλά έχω και ανθρώπους γεμάτους από πάθη, απάνθρωπα πάθη.
- Επικρατεί η άποψη ότι τα νέα παιδιά σήμερα δε διαβάζουν και δεν ασχολούνται με τη λογοτεχνία. Εσείς συμφωνείτε με αυτό;
- Δεν το νομίζω. Εγώ και στα βιβλιοπωλεία που περνάω βλέπω κάθε μέρα πάρα πολύ νέο κόσμο και τουλάχιστον το 60%, ίσως και παραπάνω, των τηλεφωνημάτων ή των γραμμάτων που παίρνω είναι από νέα παιδιά, από παιδιά κάτω των 30 ετών. Εκείνο όμως που εγώ έχω διαπιστώσει τα χρόνια αυτά που ασχολούμαι με το γράψιμο είναι ότι οι γυναίκες διαβάζουν πολύ περισσότερο από τους άνδρες. Δεν υπάρχει σύγκριση. Μπορώ να πω ότι στους 100 ανθρώπους που διαβάζουν οι 70, ίσως και 80 είναι γυναίκες.
- Αυτό που πιστεύετε ότι οφείλεται; Μήπως στο ότι οι γυναίκες είναι πιο ευαίσθητες;
- Είναι πιο ευαίσθητες σίγουρα, αλλά έχουνε και την τάση να ασχοληθούνε με κάτι πιο ωφέλιμο από το να πας στο καφενείο να παίξεις χαρτιά ή να πας στο γήπεδο ή να κάνεις κάτι άλλο. Οι άνδρες συνήθως βαριούνται να διαβάσουν. Εμένα από τους φίλους μου είναι ζήτημα να έχει διαβάσει ένας δύο τα βιβλία μου. Τα ‘χουν διαβάσει όμως όλες οι γυναίκες των φίλων μου. Και γενικώς δε διαβάζουν οι άνδρες. Πάτε σε οποιοδήποτε βιβλιοπωλείο και θα δείτε. Πόσες γυναίκες μπαίνουν να αγοράσουνε βιβλία και πόσοι άνδρες. Δε νομίζω ότι είναι ότι η γυναίκα δεν εργάζεται, γιατί σήμερα οι γυναίκες εργάζονται. Απλά η γυναίκα τις ελεύθερες ώρες της θα τις αφιερώσει στο να διαβάσει ένα βιβλίο, πράγμα που θα κάνουν ελάχιστοι άνδρες.
- Σε όλα τα βιβλία σας υπάρχει μία πληθώρα γεγονότων και προσώπων που καταλήγουν τελικά όλα και όλοι να έχουν ένα κοινό γνώρισμα, κάτι που τα δένει μεταξύ τους, έστω και αν αυτό στην αρχή εμείς οι αναγνώστες δεν μπορούμε ούτε να το φανταστούμε. Πώς το καταφέρνετε αυτό, αυτή την πλοκή του μύθου; Δεν είναι δύσκολο;
- Ξέρετε τι μου κάνει εντύπωση; Ότι αυτή την ερώτηση μου την έχει κάνει πάρα πολύς κόσμος και μάλιστα πολλοί δημοσιογράφοι και μου κάνει εντύπωση, γιατί εγώ δεν το βρίσκω δύσκολο. Μου κάνει εντύπωση που κάνει εντύπωση αυτό. Το θεωρώ απαραίτητο για ένα βιβλίο για να έχει ενδιαφέρον, να έχει πλοκή, να κρατήσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη, για να θέλει ο αναγνώστης να δει τι γίνεται παρακάτω, αλλά δεν το βρίσκω δύσκολο. Αντίθετα είναι κάτι που βγαίνει πολύ εύκολα μόνο του στην πορεία. Πιστεύω ότι ένα μυθιστόρημα για να έχει ενδιαφέρον θα πρέπει να έχει πολλούς χαρακτήρες, διαφορετικούς χαρακτήρες, οι οποίοι όμως να δέσουνε μεταξύ τους κάποια στιγμή και να δέσουνε τα στοιχεία του μύθου της ιστορίας. Να μην είναι δηλ. «ξεκάρφωτος» κανείς και να μη χάνεται κανείς. Εάν εμφανιστεί ένας ήρωας μέχρι ένα σημείο του βιβλίου στην αρχή και μετά εξαφανιστεί αυτό νομίζω ότι είναι λάθος. Θα πρέπει όλοι από την αρχή μέχρι το τέλος να εμφανίζονται, να έχουνε μία πορεία, μία συνέχεια μέσα στο βιβλίο.
- Μας ετοιμάζετε κάτι καινούργιο;
- Ναι, βέβαια. Πιστεύω ότι θα αρχίσω να έχω κάτι. Δεν έχω αρχίσει να γράφω τίποτε ακόμη, αλλά σχεδιάζω κάτι και πιστεύω ότι μέχρι το Μάρτη θα πρέπει να το έχω αρχίσει. Θα είναι ένα βιβλίο με πολλούς χαρακτήρες, με πλοκή οπωσδήποτε, αλλά δεν μπορώ να πω τίποτα άλλο, γιατί κι εγώ ακόμα μια νεφελώδης ιδέα έχω στο μυαλό μου. Υπολογίζω ότι γύρω στην άνοιξη του 2003 θα πρέπει να υπάρχει, γιατί τώρα πια ο εκδότης μου μόλις του το πάω το βγάζει, δεν καθυστερεί καθόλου.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα της Κοζάνης ΠΡΩΙΝΟΣ ΛΟΓΟΣ, 23/2/2002, αρ.φ. 2834, σελ. 6.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου