Σάββατο 16 Μαΐου 2015

ΓΙΑΤΙ ΜΑΘΑΙΝΟΥΜΕ ΙΣΤΟΡΙΑ



Στο εύλογο ερώτημα των παιδιών μας: Γιατί μαθαίνουμε ιστορία; μπορούμε άραγε να επαναλάβουμε τη στερεότυπη απάντηση που έδιναν στη δική μας γενιά οι δάσκαλοι και οι γονείς μας; Ότι δηλαδή εκ της ιστορίας αντλούμεν υψηλά ηθικά παραδείγματα, μανθάνομεν διά την δόξαν της φυλής μας και διά την δόξαν -ή την καταισχύνην- των άλλων φυλών και ότι συνεπώς η ιστορία μάς διδάσκει ουσιαστικά πώς να διακρίνουμε τους λαούς σε δύο ομάδες: στους εχθρούς και τους φίλους μας; Ή ότι η ιστορία αποτελεί ένα ωραιοποιημένο ζωντανό ή άχαρο (ανάλογα με την παραστατική ικανότητα του ιστορικού) ευρετήριο μαχών και άλλων σημαντικών πολιτικών γεγονότων και μια πινακοθήκη ηρώων, καλών ή κακών, αλλά πάντοτε υπαίτιων για την πορεία των εθνών και συνεπώς και για την πορεία του δικού μας έθνους;
Απαντώντας σ’ αυτό το απλό φαινομενικά ερώτημα ο μεγάλος Γάλλος ιστορικός Marc Bloch έγραψε, μέσα στο στρατόπεδο συγκέντρωσης, όπου τον είχαν κλείσει οι Γερμανοί στη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου πολέμου, ένα μικρό δοκίμιο με τίτλο Απολογία της ιστορίας ή το επάγγελμα του ιστορικού, στο οποίο, κάτω από την πίεση των γεγονότων που ζούσε έντονα ο ίδιος, διατύπωσε μια νέα αντίληψη για την ιστορία. Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή -που την αποδέχτηκαν, εμπλουτίζοντας το περιεχόμενό της και διευρύνοντας την εμβέλειά της και άλλοι Γάλλοι κυρίως, αλλά και Ιταλοί και Αγγλοσάξονες ιστορικοί, άμεσοι ή έμμεσοι μαθητές του Bloch- η ιστορία δεν είναι πια μόνο το παρελθόν, όπως μας αναπλάθεται από τα ακίνητα δεδομένα του· δεν είναι ένας ζωγραφικός πίνακας κάποιου διάσημου παλιού ζωγράφου, που καταστράφηκε από τις ζημιές του χρόνου και που δίνεται «προς αποκατάσταση» στον τεχνίτη επιδιορθωτή-ιστορικό, για να τον καθαρίσει με μεγάλη προσοχή και υπομονή και κάπου-κάπου και να τον συμπληρώσει, προσθέτοντας μερικές απαραίτητες μικρές πινελιές. Η ιστορία είναι πρώτα απ’ όλα κίνηση, κίνηση μέσα στο χρόνο. Αλλά ο ιστορικός δεν μπορεί να συλλάβει την κίνηση αυτή, αν δεν έχει προσλαμβάνουσες παραστάσεις, αν δεν έχει όρους και σημεία αναφοράς, που θα πρέπει να τα δανειστεί από την καθημερινή του εμπειρία. Ζούμε την κίνηση της ιστορίας. Μπροστά στα μάτια μας υφαίνεται η στόφα της. Έργο του ιστορικού είναι, ακριβώς, να συλλάβει τη διαδικασία της ύφανσης, να ξεδιαλύνει τους παράγοντες που παίρνουν μέρος σ’ αυτή, να συνδέσει τη μελέτη των ανθρώπων του παρελθόντος με τη μελέτη των συγχρόνων του, των ζωντανών ανθρώπων.
Έτσι, η ένταξη της μελέτης του παρόντος στη δικαιοδοσία της ιστορίας διεύρυνε σημαντικά τους μεθοδολογικούς της ορίζοντες. Όλοι λοιπόν οι τρόποι προσέγγισης της σύγχρονης ζωής, οι επιστήμες που προϋποθέτουν και εμπειρική έρευνα (η πολιτική οικονομία, η κοινωνιολογία, η κοινωνική ανθρωπολογία, η ψυχολογία, η δημογραφία, η γεωγραφία), όλες, μ’ ένα λόγο, οι κοινωνικές επιστήμες, προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην ιστορική έρευνα. Έτσι η πρόοδος των κοινωνικών επιστημών επηρέασε άμεσα και την επιστήμη της ιστορίας. Και τόσο πλούσια έγινε η ιστορία από τα δώρα και τα καλά που της πρόσφεραν οι καινούριοι φίλοι και συνεργάτες της, ώστε, όπως παρατήρησε και ο Fernand Braudel, ξανάνιωσε, «έφτιαξε ένα πραγματικά καινούριο σώμα». Και τη συνοχή αυτού του σώματος, το συνεκτικό του ιστό, οι ιστορικοί δεν τον αναζητούν πια σε μεταφυσικές έννοιες, όπως στα «πεπρωμένα» των λαών ή στην ταγμένη -συχνά πέρα από τους ανθρώπινους παράγοντες- «αποστολή» τους· τον αναζητούν στο χρόνο, την πολύτιμη συνισταμένη της ζωής των ανθρώπων, που συνδέει το παρελθόν με το παρόν και το παρόν με το μέλλον.
Στο έργο αυτό έγινε προσπάθεια να ενσωματωθούν σε μεγάλο βαθμό μερικά από τα διδάγματα αυτής της νέας αντίληψης για την ιστορία. Ωστόσο ο αναγνώστης δεν πρέπει να θεωρήσει τη συλλογική εργασία, που του προσφέρεται εδώ, ως εφαρμογή μιας νέας μεθοδολογίας ή προσαρμογή στις θέσεις μιας συγκεκριμένης ιστορικής σχολής. Οι συνεργάτες του έργου αξιοποίησαν βέβαια, ως ένα σημείο, τις δυνατότητες που πρόσφεραν οι ως τώρα επιτεύξεις της νεότερης ιστοριογραφίας, αλλά δεν παραγνώρισαν τους καρπούς της παραδοσιακής, ελληνικής και ξένης, ερευνητικής προσπάθειας. Γνώμονας τέθηκε απαρχής η βασική αντίληψη -αδιαφιλονίκητη σήμερα για τους ιστορικούς- του ενοποιητικού ρόλου του χρόνου, του στοιχείου αυτού που ονομάζεται ιστορική διάρκεια.
Στο πλαίσιο λοιπόν αυτού του προγράμματος δόθηκε έμφαση όχι μόνο στο ιστορικό παρελθόν, αλλά και στο παρόν· τόσο στην πρόσφατη ιστορία της Ελλάδας, όσο και στην τρέχουσα ακόμη πραγματικότητα -ιστορική έτσι ή αλλιώς-, τη σημερινή δομή του ελληνικού κράτους και τις ανελισσόμενες μορφές και εκδηλώσεις της νεοελληνικής κοινωνίας. Η πραγματικότητα αυτή δεν αντιμετωπίστηκε, όπως ήταν φυσικό, μόνο από τη σκοπιά του ιστορικού· φωτίστηκε συστηματικότερα από εκείνους που τη μελετούν σε βάθος και αμεσότερα: τον οικονομολόγο, τον πολιτικό επιστήμονα, τον ειδικό ερευνητή της μιας ή της άλλης δραστηριότητας του σύγχρονου Έλληνα. Ταυτόχρονα, έγινε μια πρώτη προσπάθεια να περιγραφεί με συνεργασίες έγκυρων επιστημόνων ο ελληνικός χώρος. Η περιγραφή αυτή επιχειρήθηκε όχι γενικά και αφηρημένα ή περιστασιακά και διακοσμητικά (όπως γίνεται συνήθως σε ιστορικού χαρακτήρα εργασίες), αλλά με εξειδικευμένες μελέτες και αναλύσεις για το έδαφος και το υπέδαφος της Ελλάδας, τη χλωρίδα και την πανίδα της, για τη συμπεριφορά του περιβάλλοντος, για όσα δηλαδή αποτέλεσαν και αποτελούν, σε μεγάλη χρονική διάρκεια, τη θεμελιακή και αντικειμενική εκείνη πραγματικότητα που επηρέασε και εξακολουθεί να επηρεάζει αποφασιστικά ολόκληρη την ελληνική ιστορική διάρκεια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου