Κυριακή 25 Ιουλίου 2010

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΑΝΑΚΑΛΥΨΕ ΤΟΝ 21ο ΑΙΩΝΑ

της Κατερίνας Μ. Μάτσου

Ιούλιος Βερν. Το Παρίσι στον 20ο αιώνα (Paris aux XXe siècle).
Εκδόσεις: Ωκεανίδα, Αθήνα 1998, σελ. 288.

Το 1863, τρεις εβδομάδες μόνο μετά την έκδοση του πρώτου του βιβλίου, του θρυλικού πλέον «Πέντε βδομάδες με αερόστατο» (17 Ιανουαρίου 1863), ο Ιούλιος Βερν καταθέτει στον εκδότη του Pierre Jules Hetzel ένα παλαιότερο χειρόγραφό του, ένα νεανικό έργο του με τον τίτλο «Το Παρίσι στον 20ο αιώνα». Το νέο έργο, που ο Βερν καταθέτει, απογοητεύει τον διορατικό εκδότη, που αν για κάτι φημιζόταν ήταν η ικανότητά του να «μυρίζεται» ένα αριστούργημα και το επιστρέφει στο δημιουργό του, καθώς, όπως παρατηρεί σε επιστολή του προς το συγγραφέα, «η δημοσίευση του έργου σας θα ήταν καταστροφή για το όνομά σας... Δεν είστε ώριμος γι’ αυτό το βιβλίο», συνεχίζει στο γράμμα του ο πολυμήχανος εκδότης. «Θα το ξαναγράψετε μετά από είκοσι χρόνια». Και ο Βερν, ίσως με μία κάποια απογοήτευση, που δεν έγινε όμως αφορμή να πάψει να γράφει αριστουργήματα, κλείδωσε το χειρόγραφο σ’ ένα παλιό χρηματοκιβώτιο, χάνοντας για πάντα το κλειδί και ξεχνώντας το εκεί, ώσπου να το ανακαλύψει τυχαία ενάμιση αιώνα αργότερα και ενενήντα χρόνια μετά το θάνατό του ο δισέγγονος του Ζαν Βερν.
Ο 43χρονος σήμερα Ζαν Βερν δεν πίστευε ποτέ ότι το παλιό χρηματοκιβώτιο, που υπήρχε μάλλον από πάντα στο σπίτι του πατέρα του στην Τουλόν, θα του αποκάλυπτε ένα τόσο μεγάλο και τόσο συναρπαστικό μυστικό. Κουβαλώντας στους ώμους του ένα βαρύ όνομα, το όνομα του ευφάνταστου και παγκοσμίως γνωστού συγγραφέα προπάππου του -«στο σχολείο με ζήλευαν», θυμάται σήμερα, «κι εγώ αρνιόμουν ότι ήμουν δισέγγονος του Ιουλίου Βερν»- πίστευε κι αυτός, όπως κι ο πατέρας του κι ίσως κι ο παππούς του πριν από εκείνον, πως το παλιό χρηματοκιβώτιο ήταν άδειο και καθώς κάθε προσπάθεια να το ανοίξουν κατέληγε σε αποτυχία, αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν δυναμίτη κι ας το κατέστρεφαν. Το παλιό χειρόγραφο ήταν φυλαγμένο στο τελευταίο και πιο βαθύ ράφι του διπλοκλειδωμένου χρηματοκιβωτίου κι έτσι γλίτωσε από την καταστροφή. Και κάπως έτσι ο Ζαν Βερν κράτησε στα χέρια του ένα άγνωστο κι ίσως ένα από τα πιο συναρπαστικά μυθιστορήματα του προπάππου του, Ιουλίου Βερν, που ο πατέρας του Ζαν-Ζιλ, γνώστης της ύπαρξής του, έψαχνε χωρίς επιτυχία μια ολόκληρη ζωή.
Το άγνωστο μυθιστόρημα του Ιουλίου Βερν, αν και δεν εκδόθηκε ποτέ, περιλαμβανόταν ωστόσο σ’ έναν κατάλογο αδημοσίευτων έργων του συγγραφέα, που ετοίμασε και δημοσίευσε σε αρκετές γαλλικές εφημερίδες, λίγο καιρό μετά το θάνατό του, ο μοναδικός γιος του Μισέλ Βερν. Ο λόγος αυτής της καταγραφής ήταν προφανής. Ο Μισέλ Βερν δεν ήθελε, δημοσιεύοντας μετά το θάνατό του πατέρα του κάποιο από τα άγνωστα έργα του, να κατηγορηθεί ότι χρησιμοποιεί το όνομά του για έργα που είχε συνθέσει ο ίδιος, συρράπτοντας πιθανόν διάφορα αποσπάσματα. Ο Μισέλ συνεργάστηκε με τον πατέρα του σε όλα τα τελευταία μυθιστορήματά του και έκαναν συχνά θέρμες συζητήσεις, ακόμα και βίαιες, σχετικά με την εξέλιξη και την πλοκή του μύθου. Είχε αρκετό ταλέντο στη συγγραφή και τις δικές του αντιλήψεις για την εξέλιξη της υπόθεσης ενός βιβλίου, διαφορετικές από εκείνες του πατέρα του. Ωστόσο, παρά τις αγαθές του προθέσεις, ο Μισέλ Βερν κατηγορήθηκε ότι σε όλα τα έργα που δημοσιεύτηκαν μετά το θάνατο του πατέρα του, έβαζε πάντα την προσωπική του σφραγίδα με δικές του διορθώσεις και μετατροπές και ότι μάλιστα έγραψε εξ’ ολοκλήρου κάποια απ’ αυτά. Το έργο αναφέρεται και στον Κατάλογο των Έργων που άφησε ο Ιούλιος Βερν του Σαρλ Λεμίρ (1908), ενώ καταγράφεται σαν ανέκδοτο έργο στο Δελτίο της Εταιρείας Ιουλίου Βερν που συνέταξε ένας άλλος μελετητής του ο Κορνέλις Χέλινγκ (Νοέμβριος 1935).
Ήρωας της ιστορίας είναι ο Μισέλ Ντιφρενουά, ένας νεαρός Γάλλος, που ζει στο Παρίσι του 1963. Ένα Παρίσι καθ’ όλα όμοιο και καθ’ όλα διαφορετικό απ’ αυτό που ο συγγραφέας του είχε γνωρίσει το 19ο αιώνα. Στο Παρίσι του 20ου αιώνα ο ρομαντισμός ασφυκτιά, οι τέχνες και τα γράμματα παρακολουθούν όλο και πιο ανίσχυρα τις επεκτατικές τάσεις των αριθμών και οι άνθρωποι προσφέρουν τα πλεονεκτήματα που κέρδισαν με τις ίδιες τους τις επιτεύξεις στο θυσιαστήριο του μετρήσιμου, του αποτιμητού σε χρήμα, σε εξουσία, σε γρανάζια μηχανών και μηχανισμών. Μέσα σ’ αυτό τον κόσμο ζει ο Μισέλ Ντιφρενουά στο Παρίσι του 1963 και καθώς είναι, παρά την εποχή του, άνθρωπος τρυφερός κι ευαίσθητος νιώθει πως πνίγεται μέσα σ’ έναν κόσμο χωρίς έστω μια πνευματική ανάσα. Περιπλανάται μέσα στο αχανές Παρίσι του μέλλοντος κι αναρωτιέται την ανθρώπινη συνέχεια, αλλά και το δικό του, προσωπικό μέλλον σ’ έναν κόσμο όπου τα γράμματα και οι τέχνες ή απλά τα βιβλία είναι είδη προς εξαφάνιση και ψάχνει να βρει, χωρίς αποτέλεσμα, μία διέξοδο. Ίσως και τον τρόπο να ονειρευτεί ξανά κάτω από τον πύργο που ο διορατικός συγγραφέας προέβλεψε πως θα στηθεί στο μέλλον στο Πεδίο του Άρεως, στο ίδιο σημείο που το 1889 ο Αλέξανδρος Γουσταύος Άιφελ ανέγειρε για τις ανάγκες της Διεθνούς Έκθεσης του Παρισιού και για όσο μόνο αυτή διαρκούσε, τον Πύργο που πήρε τ’ όνομά του κι έγινε από τότε σήμα κατατεθέν και σημείο αναφοράς της γαλλικής πρωτεύουσας. Τον Πύργο του Άιφελ.
Το εφιαλτικό όραμα του Ιουλίου Βερν για τον κόσμο του 20ου αιώνα, ίσως μία από τις ελάχιστες προφητείες του που δεν επαληθεύτηκε, ήταν ένας από τους λόγους που έκαναν τον εκδότη Hetzel να αρνηθεί την έκδοση του νέου βιβλίου, που ο συγγραφέας του πρότεινε. Ο Ιούλιος Βερν, αισιόδοξος άνθρωπος από τη φύση του, δεν είχε συνηθίσει τον εκδότη του σε μία τόσο απαισιόδοξη προοπτική για το μέλλον. Μα έζησε την εποχή που ο μοντερνισμός, η πρόοδος και η κοινωνική χειραφέτηση φαινόταν ότι θα ορίσουν το μέλλον της ανθρωπότητας. Πίστευε όμως και στις δυνατότητες του ανθρώπου και είχε την τύχη να δει πολλά απ’ όσα ονειρευόταν να γίνονται πραγματικότητα μπροστά στα έκπληκτα μάτια του κι ας ήταν πάντα απόλυτα βέβαιος για την πραγμάτωσή τους. Ό,τι περιέγραψε δεν ήταν απλώς μια ουτοπική φαντασίωση. Ήταν μια ευφάνταστη προβολή του μέλλοντος μας. Γιατί ήταν ο άνθρωπος που, βέβαιος για τις δυνατότητες του ανθρώπου, από πολύ νωρίς ανακάλυψε όχι μόνο τον 20ο, αλλά και τον 21ο αιώνα.
Ο Ιούλιος Βερν είναι ο συγγραφέας που διαμόρφωσε την κουλτούρα πολλών αναγνωστών κατά τον 20ο αιώνα. Στην αυγή του 21ου και 100 χρόνια μετά το θάνατό του συνεχίζει να είναι υποδειγματικά επίκαιρος. Και γοητευτικά ενδιαφέρων.

Κοζάνη, Αύγουστος 2006



Πηγές: http://en.wikipedia.org/wiki/Jules_Verne
Μαλλιάρης-Παιδεία. Εγκυκλοπαίδεια.
Εκδ: Μαλλιάρης-Παιδεία / Πήγασος Εκδοτική Α.Ε. Θεσσαλονίκη : 2005.
Βικτωρία Τζούμα. Ζαν Βερν, ο δισέγγονος. «Στο σχολείο με ζήλευαν».
ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ, 31/12/2004, αρ.τ. 253, σελ. 40-45.
Κωνσταντίνος Τσοπάνης. Ιούλιος Βερν-Ο συγγραφέας που «προφήτευσε» τον 200 αιώνα.
CORPUS, Αυγ-Σεπτ. 2005, αρ.τ. 74, σελ. 52-63.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου