Πέμπτη 29 Ιουλίου 2010

ΚΟΣΜΑΣ ΑΓΑΚΙΔΗΣ

του Χρίστου Γερ. Κατσίκα – διδασκάλου

Ο Ιατρός Κοσμάς Αγακίδης υπήρξε μια εξαιρετική μορφή, μια σπάνια φυσιογνωμία, που συνετέλεσεν όσον ολίγοι στην αρτιωτέρα ανάπτυξι της Παιδείας και του πατριωτισμού στην Επαρχία Ανασελίτσης, όπως εκαλείτο επί Τουρκοκρατίας η σημερινή Επαρχία Βοΐου.
O Κοσμάς Αγακίδης γεννήθηκε το έτος 1838 στο χωριό «Ντόλος», όπως ελέγετο τότε ο σημερινός «Βυθός». Φοίτησε στο Δημοτικό Σχολείο της πατρίδος του και ακολούθως εσυνέχισε τας σπουδάς του στα Ελληνικά Σχολεία της Κωνσταντινουπόλεως και στη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Στην Κωνσταντινούπολι ήταν Εφημέριος στο Ναό του Αγίου Γεωργίου του Φωστηρά ο πατέρας του Παπακώστας Αγάκος, διωρισμένος απ’ ευθείας από τον Οικουμενικό Πατριάρχη.
Μετά την αποφοίτησι του εκ της Μεγάλης του Γένους Σχολής υπηρέτησεν ως διδάσκαλος εις Λουκάμι, Βλάστην και Αυγερινόν και ως Γραμματεύς της Ιεράς Μητροπόλεως Σισανίου και Σιατίστης επί της Αρχιερατείας του πολλού Αλεξάνδρου του Λασκάρεως. Ούτως εξετίμα την εμβρίθειαν και την διορατικότητα του νεαρού τότε γραμματέως του και του ανέθετε την επίλυσιν και διεκπεραίωσιν των πλέον λεπτών ζητημάτων και υποθέσεων της Επαρχίας του. Το αξίωμα του Γραμματικού του Δεσπότη -διότι αξίωμα εθεωρείτο τότε να είναι κανείς Αρχιερατικός Γραμματεύς- του δίδουν την επιδιωκομένη ευκαιρία να περιέρχεται τα χωριά της Μητροπόλεως Σισανίου και Σιατίστης (διοικητικώς Ανασελίτσης) και τα τοιαύτα των ομόρων Μητροπόλεων Καστορίας και Γρεβενών και να οργανώνη συγκεντρώσεις και να δίδη διαλέξεις διαφωτιστικού και Εθνικού περιεχομένου. Το αποτέλεσμα τούτων υπήρξε γονιμώτατον, πάντοτε μεν, εις ασύγκριτον δε βαθμόν κατά την διάρκειαν του Μακεδονικού Αγώνος. Κατ’ αυτόν αι Ελληνομακεδονικαί Επαρχίαι Ανασελίτσης και Γρεβενών έπαιξαν πρωτεύοντα ρόλον διά την επιτυχή διεξαγωγήν του. Αι Επαρχίαι αυταί, εις τας οποίας ουδεμία άλλη γλώσσα πλην της Ελληνικής είναι γνωστή και εις τας οποίας ποτέ δεν ετόλμησε να πλησιάση Βούλγαρος, απέβησαν αι ανεξάντλητοι πηγαί εις έμψυχον και άψυχον υλικόν της Μακεδονικής αντιστάσεως κατά της Βουλγαρικής προπαγάνδας και των συμμοριών της, προσπαθουσών να παρουσιάσουν την Μακεδονίαν ως Βουλγαρικήν χώραν. Εδώ ήσαν τα ασφαλή ορμητήρια, τα κέντρα αποκρύψεως, εφοδιασμού, διελεύσεως και νοσηλείας των Μακεδονομάχων αγωνιστών.
Κατά το έτος 1870 ο Κοσμάς Αγακίδης ενεγράφη εις την Ιατρικήν Σχολήν του Πανεπιστημίου των Αθηνών. Μετά την αποφοίτησιν του, μαζί με την εξάσκησι του Ιατρικού επαγγέλματος εις τας Επαρχίας Ανασελίτσης, Γρεβενών και Καστορίας επηύξησε και την Εθνικήν δράσιν του. Όλα τα χωριά σ’ αυτόν καταφεύγουν και λαμβάνουν οδηγίας. Σ’ αυτόν αναθέτουν την εξεύρεσι διδασκάλων. Κι αυτός φροντίζει να μη μείνη κανένα χωριό χωρίς τον Ελληνοδιδάσκαλο του και τον Ορθόδοξο ιερέα του. Αυτός πρώτος συνέταξε και Κανονισμόν λειτουργίας των Σχολείων, θεωρηθέντα και εγκριθέντα και παρά της Ιεράς Μητροπόλεως Σισανίου και Σιατίστης. Το πρωτότυπον του Κανονισμού τούτου φέρεται καταγεγραμμένον εις τον Κοινοτικόν και Εκκλησιαστικόν Κώδικα Βυθού.
Περί το έτος 1883 η Τουρκική Κυβέρνησις εξεβίασε τον Αγακίδην να υπηρετήση ως Στρατιωτικός Ιατρός εις το Στρατιωτικόν Σώμα Διδυμοτείχου, με την απειλήν ότι εν περιπτώσει αρνήσεως του δεν θα τω επιτραπή η εξάσκησις του Ιατρικού επαγγέλματος εν τη Τουρκική Αυτοκρατορία.
Κατά το έτος 1890 η Μακεδονική Φιλεκπαιδευτική Αδελφότης, η εδρεύουσα εις Κωνσταντινούπολιν και συντηρούσα το Γυμνάσιον Τσοτυλίου, παρεκάλεσε τούτον να δεχθή την θέσιν του εσωτερικού Ιατρού του Γυμνασίου τούτου, διότι η προσωπικότης του ως επιστήμονος και γνωστού φίλου των γραμμάτων θα συνετέλει, ως αποδείχθη άλλως τε, εις την αρτιωτέραν εμφάνισιν και πρόοδον του ιδρύματος τούτου. Η παράκλησις της εγένετο δεκτή παρ’ αυτού και παρέμεινεν εν τη θέσει ταύτη μέχρι του θανάτου του, επισυμβάντος τον Μάιον του 1910. Εδώ πλέον βλέπομεν τον Αγακίδην ευρισκόμενον εις το στοιχείον του. Βλέπομεν τούτον μοχθούντα όχι μόνον ως Ιατρόν, αλλά και ως Καθηγητήν της Ανθρωπολογίας και της Υγιεινής, ακόμη δε και Αναπληρωτήν Φιλολόγων Καθηγητών. Τον βλέπομεν ακάματον και άοκνον πνευματικόν εργάτην, του οποίου η γνώμη έχει βαρύτητα και κύρος και μεταξύ του Καθηγητικού Συλλόγου και μεταξύ της Διοικήσεως της Αδελφότητος. Οι κατά καιρούς Γυμνασιάρχαι και διοικούντες την Αδελφότητα σέβονται και εκτιμούν την γνώμην του σοφού τούτου ανδρός. Συνεργάζονται μετ’ αυτού διά την πρόοδον και εκπλήρωσιν του προορισμού του ιδρύματος τούτου. Παροιμιώδης μένει εις τα χρονικά του Γυμνασίου η αγαστή συνεργασία και σύμπνοια του μετά του εκ Καστορίας Γυμνασιάρχου Φιλίππου Σακελλαρίου, ότε η φήμη του Γυμνασίου τούτου κατέστη Πανελλήνιος. Τότε άρχεται ο χρυσούς αιών του Γυμνασίου. Τότε βλέπομεν ερχομένους -με συστατικά προς τον Αγακίδην γράμματα- όπως φοιτήσουν μαθητάς από τα βάθη της Μικράς Ασίας, της Συρίας, της Ελευθέρας Ελλάδος και των Ελληνικών παροικιών του Εξωτερικού. Τότε ανεγνωρίσθη και παρά της Ελληνικής Κυβερνήσεως το Γυμνάσιον τούτο ως ισότιμον με τα Γυμνάσια της Ελευθέρας Ελλάδος.
Ο Στέφανος Νούκας το χωριατόπουλο από τη Δράμιστα της Ανασελίτσης υπήρξεν ο ιδρυτής του Μακεδονικού τούτου Εκπαιδευτικού Φάρου και ο Κοσμάς Αγακίδης τ’ άλλο χωριατόπουλο από το Ντόλο της Ανασελίτσης υπήρξεν ο πηδαλιούχος τούτου. Πολλοί τον ενθυμούνται συγκρατούντα και διαλύοντα τας πρωσωπικάς αντεγκλήσεις των Καθηγητών και διαιτητήν των τυχόν αναφυομένων διενέξεων. Τον ενθυμούνται καθοδηγούντα τους μαθητάς εις τα καθήκοντα των εξυψούντα το μεγαλείον των Εθνικών Αγώνων και του τότε εις την ακμήν του ευρισκομένου Μακεδονικού Αγώνος. Κατά τον Αγακίδην ο Μακεδονικός Αγών ήτο η απαρχή της πραγματοποιήσεως της Μεγάλης, της Εθνικής Ιδέας. Έτσι καθοδηγούμενοι και διδασκόμενοι οι σπουδασταί του Γυμνασίου τούτου, ανεδείχθησαν άπαντες αξιόμαχοι και ακαταπόνητοι Εθνικοί Αγωνισταί έκαστος εις τον τομέα του.
Η εξάσκησις του Ιατρικού επαγγέλματος δεν ήτο διά τον Αγακίδην μέσον πλουτισμού, και διά τούτο αν και ήτο μόνος Ιατρός στην εκτεταμένη αυτή περιοχή δεν επλούτισε. Ανάργυρον Κοσμάν τον απεκάλουν. Δι’ αυτόν το Ιατρικόν επάγγελμα ήτο ιερά υποχρέωσις. Ετήρησεν εις ακέραιον τον όρκον του Ιατρού. Εις όλους παρείχεν αφειδώς, αφιλοκερδώς και ανιδιοτελώς Ιατρικήν και Φαρμακευτικήν περίθαλψιν. Δεν υπελόγιζε κόπους και κινδύνους ή δυσμενείς εποχάς και ώρας. Ήτο ο πρωτοπόρος και μοναδικός Ιατρός των Μακεδονομάχων Αγωνιστών. Μετέβαινε πάντοτε μετά προθυμίας και πατριωτικού ενδιαφέροντος άνευ αμοιβής τινος, ίνα τοις παράσχη Ιατρικήν και Φαρμακευτικήν περίθαλψιν οσάκις και όπου εκαλείτο. Τα δάση και τα βουνά των Επαρχιών Βοΐου και Γρεβενών και οι άνθρωποι της υπαίθρου συχνότατα έβλεπον τον Αγακίδην οδηγούμενον μετά περισκέψεως υπό των κατά τόπους οδηγών και αγγελιοφόρων εις τα κρυσφύγετα και τα ενδιαιτήματα των τραυματιών και πασχόντων αγωνιστών για να τους περιθάλψη. Αυτά πάλιν έβλεπον και την αγωνίαν του μήπως έφθασεν αργά, τον πόνον του και τα ξενυχτίσματα του κοντά τους. Ο παρήγορος αυτός άγγελος ανεδείχθη ο σωτήρ των αγωνιστών αυτών, διότι πληθώραν εξ αυτών έσωσεν εκ βεβαίου θανάτου. Πλείστους επίσης απέστειλεν εις την Ελευθέραν Ελλάδα, ίνα συνεχίσουν εκεί την θεραπείαν των. Αυτήν την στιγμήν ενθυμούμεθα τον Καπετάν Λούκαν Κόκκινον και τον Καπετάν Θεοδόση, ο οποίος επί 2 περίπου μήνες ενοσηλεύθη εις την εν Βυθώ οικίαν του, τους οποίους ασφαλώς απέστειλε πέραν της τότε μεθοριακής γραμμής. Ένα των υϊών του, τον Απόστολον, τον διέθεσεν εις την υπηρεσίαν του Μακεδονικού Αγώνος. Ούτος υπό το όνομα «Καπετάν Απόστολος Αγακίδης εκ Πίνδου της Μακεδονίας», συνεκράτησεν ως αναφέρει η Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνος υπό τον Καπετάν Καούδην τον Αγώνα στη Δυτική Μακεδονία μετά τον θάνατον του Παύλου Μελά.
Ο Κοσμάς Αγακίδης έζη με την ελπίδα και το όνειρον της απελευθερώσεως της Μακεδονίας διά την οποίαν τόσον εμόχθησε. Δεν επρόλαβεν όμως να ίδη πραγματοποιούμενον το όνειρον του, διότι απεβίωσεν εκ καρδιακής προσβολής τον Μάιον του έτους 1910 εις ηλικίαν 72 ετών εις Λούβρην Βοΐου. Την απώλειαν του «γιατρού» εθρήνησαν αι Επαρχίαι Βοΐου και Γρεβενών. Την κηδείαν του παρηκολούθησαν εκτός του άλλου πλήθους του κόσμου από τα χωριά και από τις δύο αυτές επαρχίες και οι Καθηγηταί και οι μαθηταί του Γυμνασίου Τσοτυλίου μεταβάντες εις Λούβρην. Επικήδειον λόγον εξεφώνησεν ο εκ των καθηγητών κ. Κων. Αγγελής, πλέξας το εγκώμιον τούτου και εξάρας τας αρετάς και τους πολυσχιδείς αγώνας του υπέρ της Παιδείας, της Πατρίδος και της εξυψώσεως της Ελληνικής Νεολαίας. Αργότερον δε μετά την απελευθέρωσιν της Μακεδονίας (1912 - 1913) ο διδάσκαλος Δημητρ. Πουλιόπουλος εις ποίημα του εις μνήμην του εθνικού και πνευματικού αυτού σκαπανέως, τον καλεί να κατεβή μια στιγμή από τον ουρανό να ιδή την απελευθέρωσι και να ξαναγυρίση να φέρη το χαρμόσυνο άγγελμα και στους λοιπούς.
...«Ξαναγύρισε γιατρέ μου πάλι εκεί στους ουρανούς
για να πης και στους λοιπούς
πως μεσ’ στη Μακεδονία δεν πατεί Αχμέτη πους»...
Αι πολλαί ιστορικαί του σημειώσεις για την Επαρχία Ανασελίτσης και των χωριών της τότε καλουμένης Μουδιρίας (Υποεπαρχίας) Ζουπανίου απωλέσθησαν, διαρπαγείσαι υπό διαφόρων Τούρκων αποσπασματαρχών, ενεργησάντων κατά καιρούς ερεύνας εις την εν Βυθώ οικίαν του προς ανακάλυψιν τυχόν ενοχοποιητικών εγγράφων. Μόνον μία ανέκδοτος πραγματεία του σώζεται –«Περί του παλαιοχωρίου της Καλογρίτσης και του Μοναστηρίου Αγίας Τριάδος»-, συνταχθείσα ως λέγει ο ίδιος «Προς διάσωσιν και μετάδοσιν εις τας επερχόμενας γενεάς των περί Καλογρίτσης και Μοναστηρίου της Αγίας Τριάδος πατροπαραδότων (αυτώ) πληροφοριών και ιδίων ειδήσεων».

Εξεπέμφθη την 11ην Αυγούστου 1958 υπό του
Ραδιοφωνικού Σταθμού Θεσσαλονίκης κατά την εκπομπήν
«Εξέχοντες Μακεδόνες».



ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΚΑΤΣΙΚΑΣ (1897-1984)
Ο Χρίστος Κατσίκας γεννήθηκε στις 15/28 Δεκεμβρίου 1897 στο Ντόλο, το σημερινό Βυθό της επαρχίας Βοΐου, πρωτότοκος γιος του Γεράσιμου Κατσίκα και της Ευανθίας Αγακίδου.
Αποφοίτησε από το Μαράσλειο Διδασκαλείο Αθηνών τον Ιούνιο του 1917 και διορίσθηκε ως δάσκαλος στο Πεντατάξιο Δημοτικό Σχολείο Αρρένων Ζουπανίου (Πενταλόφου) στις 23 Οκτωβρίου του ιδίου έτους. Στη θέση αυτή παρέμεινε μέχρι το 1920. Μετά την εκπλήρωση των στρατιωτικών του υποχρεώσεων επέστρεψε στο Δημοτικό Σχολείο Πενταλόφου στη θέση του διευθυντή και από την 1η Σεπτεμβρίου 1932 ανέλαβε την ίδια θέση στο Δημοτικό Σχολείο Βυθού, εκπληρώνοντας έτσι την επιθυμία του να διδάξει στην ιδιαίτερη πατρίδα του.
Στις 28 Απριλίου 1927 παντρεύτηκε την Ευαγγελία Γεωργίου Καμπερογιάννη με την οποία απέκτησε 4 παιδιά: την Αριάδνη, την Αναστασία, το Γεράσιμο και τη Βικτωρία.
Κατά το σχολικό έτος 1947-1948 και για ένα εξάμηνο μετατέθηκε με απόσπαση στο 3ο Δημοτικό Σχολείο Κοζάνης και περί τα τέλη του Φεβρουαρίου του 1948 στην Νομαρχία Κοζάνης στο Β΄ Τμήμα Διοικήσεως. Στη θέση αυτή παρέμεινε μέχρι το Δεκέμβριο του 1949, όταν επέστρεψε στο Δημοτικό Σχολείο Βυθού, όπου και παρέμεινε μέχρι την ημέρα της συνταξιοδότησης του στις 3 Μαρτίου 1957.
Πέθανε στην Κοζάνη στις 24 Ιανουαρίου 1984 σε ηλικία 87 ετών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου