Κυριακή 13 Ιουνίου 2010

ΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ

Πάντοτε ζήλευα τους ποιητές.
Κυρίως γιατί αυτοί κατέχουν μία τέχνη που εγώ δε γνώρισα:
την τέχνη της γραφής, της τόσο έντεχνης
που ξεπερνάει κάθε άλλη τέχνη.

Προσπάθησα πολλές φορές να γράψω σαν κι αυτούς,
-δε μου ‘λειπαν οι όμορφες σκέψεις και τα ωραία λόγια-
μα στο τέλος πάντα, τι απογοήτευση!
Οι δικές μου λέξεις
‘μοιαζαν τόσο αταίριαστες η μια δίπλα στην άλλη.
Κακόηχες και βαρετές.
Κι οι στίχοι μου έμεναν πάντοτε στη μέση,
γιατί εγώ δεν μπόρεσα ποτέ να γράψω
σαν τους ποιητές.

Προσπαθώ και πάλι να γράψω σαν τους ποιητές,
μα και πάλι τίποτα δεν καταφέρνω.
Πάντα κάτι άλλο θα μου παιδεύει το μυαλό:
Ένα τραγούδι, μία ξένη φωνή, ο άλλος θόρυβος.
Η σκέψη η δική σου.
Το τετράδιο των ποιημάτων μου θα μένει πάντα άδειο,
κι εγώ, αν κι είχα τόσα ωραία πράγματα για να σου πω,
πάλι τίποτα δεν είπα.
Ούτε λέξη!

Οι ποιητές ας κοιμούνται ήσυχοι.
Δε θα με κατατάξουν ανάξια δίπλα τους,
αφού τίποτα ποιητικό δεν αφήνω.
Μόνο που εγώ
δεν επιθύμησα ποτέ να καταταγώ ανάμεσα τους.
Απλά στεναχωριέμαι,
γιατί κι απόψε τίποτα δεν έγραψα
και τίποτα δε θα μπορέσω να σου πω
απ’ όσα είχα σχεδιάσει.
Βλέπεις, φοβάμαι ακόμα να σε κοιτάξω στα μάτια
και τα ποιήματα μου αυτά
‘μοιάζαν -σαν τους βαρβάρους του Καβάφη-
«μια, κάποια λύσις».


Βυθός Βοΐου
27. 7. 1998

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου